Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Το Σινά ως μάρτυρας της πνευματικής μας απώλειας

Σινά: Αποστρέψαμε το βλέμμα μας από τους διωγμούς της ελληνορθόδοξης ταυτότητας όπου κι αν αυτοί εκδηλώθηκαν. Μείναμε σιωπηλοί όταν στη Βόρειο Ήπειρο η πίστη πολεμήθηκε ανοιχτά, όταν στη Μαριούπολη τα σημάδια του Σταυρού αιμορραγούσαν. Δεν τολμήσαμε ούτε μια εθνική ή θεσμική φωνή διαμαρτυρίας για τις βέβηλες επιθέσεις κατά της Αγίας Λαύρας στο Κίεβο. Παραμείναμε άπραγοι, δειλοί, μπροστά στον εξευτελισμό της Αγιάς Σοφιάς και της Μονής της Χώρας, θησαυρών της οικουμενικής Ορθοδοξίας, που οι Τούρκοι μετέτρεψαν ξανά σε τζαμιά, κάτω από τα αδιάφορα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας.

Αντί να προασπίσουμε αυτά τα σύμβολα, αναδείξαμε ως θεματοφύλακες της εθνικής ζωής τους υβριστές του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, εκείνους που αμφισβητούν ακόμη και το Άγιο Φως. Κι ενώ τα προσκυνήματα μας καταρρέουν, εμείς διακηρύσσουμε, με αλαζονεία μάλιστα, ότι είμαστε η πρώτη Ορθόδοξη χώρα που εισάγει γάμους μεταξύ ομοφυλοφίλων — όχι απλώς ως νομική πράξη, αλλά ως “εθνική υπερηφάνεια”. Ενώ παράλληλα, στο όνομα της ελευθερίας της τέχνης, εκθέτουμε στη δημόσια πολιτιστική σφαίρα έργα ξεκάθαρης βλασφημίας, προστατεύοντάς τα σαν ιερά σύμβολα πολιτισμού.

Κι ενώ αυτά συμβαίνουν, μέσα στην αγιοσκέπαστη έρημο του Σινά, ακούγεται η φωνή της προδοσίας – όχι από κάποιον ξένο, αλλά από μέσα μας. Όχι, δεν ήρθε αναπάντεχα αυτή η νέα δοκιμασία. Η Ελλάδα, πνευματική κληρονόμος της Ορθοδοξίας, βιώνει βαθιά καρδιακή ανεπάρκεια. Και καθώς φλερτάρει με το πνευματικό έμφραγμα, νεκρώνονται οι αρτηρίες που τροφοδοτούν τα μέλη της – τα ιερά της, τα θεμέλιά της, οι φλόγες της μαρτυρίας της.

Πολλοί σπεύδουν να καθησυχάσουν πως η απόφαση της Αιγύπτου για τη Μονή Σινά δεν κρύβει ουσιώδη απειλή. Όμως τα λόγια των πατέρων που ζουν στο θεοβάδιστο όρος έχουν βαρύτερο ειδικό βάρος από τις εύκολες υποσχέσεις της διπλωματίας. Ο αρχιμανδρίτης Πορφύριος Φραγκάκης, εκπρόσωπος της Μονής στην Ελλάδα, μίλησε ξεκάθαρα για μια δικαστική δήμευση, που μετατρέπει τους μοναχούς σε «φιλοξενούμενους» εντός της ίδιας της Μονής τους.

Η απόφαση αυτή δεν περιορίζεται σε νομικές τεχνικότητες. Εισάγει ένα νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς, όπου η Μονή πλέον θεωρείται κρατική περιουσία της Αιγύπτου. Το φαινόμενο της «σαλαμοποίησης» της εκκλησιαστικής περιουσίας έχει ήδη ξεκινήσει, με απομακρυσμένα κτήματα να δημεύονται και την κυριότητα του μοναστικού πυρήνα να απειλείται ευθέως.

Το Σινά — τόπος όπου οι ουρανοί άγγιξαν τη γη, όπου οι άγιοι θεώθηκαν εν ερήμω, όπου η θεία Παρουσία έγινε φλόγα και Λόγος — κινδυνεύει να υποβιβαστεί σε ένα ακόμη τουριστικό αξιοθέατο. Το φιλόδοξο κρατικό σχέδιο «Great Transfiguration», που προωθείται από την αιγυπτιακή κυβέρνηση, δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας: επιδιώκεται η μετατροπή του ιερού αυτού τόπου σε πολυθρησκευτικό θεματικό πάρκο, στα μέτρα του μετανεωτερικού συγκερασμού.

Το Σινά δεν είναι ένα «μουσείο του Θεού». Είναι ένας ζωντανός οργανισμός, μια καρδιά της Ορθοδοξίας που χτυπά μέσα στη σιωπή και τη νηπτική εγρήγορση. Εκεί, σε κελιά σκαρφαλωμένα σε πέτρες, αγωνίζονται οι ελάχιστοι που συνεχίζουν να φέρουν το ζυγό του Χριστού. Όμως σήμερα, η φωνή τους πνίγεται από διπλωματικά ανακοινωθέντα, «φιλικές διευκρινίσεις» και προσχηματικούς επαίνους στο «σεβασμό της θρησκευτικής κληρονομιάς».

Όσοι καθησυχάζουν, ας απαντήσουν: γιατί, τότε, αν όλα είναι καλά, βγήκαν άμεσα ανακοινώσεις καταγγελίας από την Εκκλησία της Ελλάδος, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων; Γιατί οι μοναχοί σφράγισαν τις πύλες της Μονής, βυθισμένοι στο πένθος;

Η πολιτική ηγεσία απούσα — ή συνένοχη;

Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται είτε ολέθρια αφελής είτε σκανδαλωδώς συνένοχη. Ο σημερινός πρωθυπουργός, αντί να υπερασπιστεί τα ελληνορθόδοξα κληροδοτήματα, επιδίδεται σε επικοινωνιακά shows και διπλωματικές φανφάρες. Μήπως το Σινά παραδίδεται θυσία στον βωμό των «καλών σχέσεων» με το Κάιρο; Μήπως προτάσσουμε τον γεωπολιτικό συμβιβασμό έναντι της θεολογικής μας ταυτότητας;

Αν τελικώς αρκεστούμε να «ευχαριστούμε» την Αίγυπτο επειδή μάς επιτρέπει να λειτουργούμε στην ίδια μας τη Μονή, τότε θα έχουμε υπογράψει μόνοι μας την εκούσια πνευματική μας αιχμαλωσία. Γιατί το θέμα δεν είναι η λατρευτική χρήση, αλλά η κυριότητα. Η γη αυτή είναι αγιασμένη από τον ιδρώτα και τα δάκρυα των πατέρων της ερήμου – όχι από κρατικά χαρτιά και τουριστικά συμβόλαια.

Η έρημος του Σινά ήταν και παραμένει τόπος μεταμόρφωσης, κάθαρσης, θεοπτικής εμπειρίας. Η άλλη έρημος, αυτή της σύγχρονης Ελλάδας, είναι έρημος απονεύρωσης, λήθης και αυτοακύρωσης. Η πρώτη γεννά προφήτες· η δεύτερη πολιτικούς διαχειριστές του ξεριζωμού. Η πρώτη αγιάζει· η δεύτερη απαρνείται την ίδια της την ψυχή.

Πόσο ακόμα θα αδιαφορούμε; Πόσο ακόμα θα χάνουμε τα ιερά μας, ένα προς ένα, και θα ικανοποιούμαστε με την «εικόνα» της διατήρησης;

Οι καμπάνες του Σινά δεν πενθούν μόνο τη Μονή τους. Πενθούν για εμάς.

Εμείς ξεχάσαμε πως δεν υπάρχει Ελλάδα χωρίς Σινά, χωρίς Άθω, χωρίς Πάτμο. Όταν εγκαταλείπουμε τα προπύργια της Πίστης μας, η ίδια μας η ταυτότητα αδειάζει από νόημα. Κι αν αφήσουμε το Σινά να μετατραπεί σε αξιοθέατο χωρίς ψυχή, αύριο θα δούμε και την ίδια την Ελλάδα να γίνεται χώρος δίχως πνεύμα.

Αν έχουμε λίγη ακόμη καρδιά, λίγη φλόγα στα σπλάχνα μας, ας ακούσουμε το πένθιμο σήμαντρο του Σινά. Ας σηκωθούμε πριν είναι αργά.

Επικίνδυνος για το έθνος

Ο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, που μέχρι πρότινος παρουσιαζόταν ως «σύμμαχος» και «εγγυητής σταθερότητας» στην Ανατολική Μεσόγειο, επέλεξε να αγνοήσει εντελώς τις ευαισθησίες και τις θέσεις της ελληνικής πλευράς. Και το έκανε με τη βεβαιότητα πως δεν θα υπάρξει καμία ουσιαστική αντίδραση από την Αθήνα.

Δυστυχώς, η εκτίμησή του επιβεβαιώθηκε. Η ελληνική κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, για ακόμη μία φορά δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Η σιωπή ή η καθυστερημένη διπλωματική διαμαρτυρία δεν μπορούν να κρύψουν την ουσία: η Ελλάδα έμεινε χωρίς σχέδιο, χωρίς φωνή, χωρίς στήριξη για ένα ζήτημα βαθύτατα εθνικό και πνευματικό.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Έλληνας πρωθυπουργός εμφανίζεται πολιτικά βραχύσωμος απέναντι σε τέτοιες εξελίξεις. Θυμίζουμε την πλήρη αδράνεια της κυβέρνησης όταν ο Ταγίπ Ερντογάν, καταπατώντας κάθε έννοια ιστορικής και θρησκευτικής αξιοπρέπειας, μετέτρεψε την Αγία Σοφία σε μουσουλμανικό τέμενος. Η Αθήνα αρκέστηκε σε ρητορικές διαμαρτυρίες και διεθνή τηλεφωνήματα χωρίς κανένα πρακτικό αντίκρισμα.

Η υπόθεση του Σινά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο μοτίβο εξωτερικής πολιτικής όπου η υποχωρητικότητα έχει καταστεί στρατηγική επιλογή. Το δίδυμο Μητσοτάκη – Γεραπετρίτη επέδειξε πρωτοφανή ευκαμψία έναντι της Τουρκίας, επιλέγοντας την “ήπια διαχείριση” των διμερών εντάσεων ακόμα και σε ζητήματα υψίστης εθνικής σημασίας, όπως ο ρόλος της Κάσου στον αμυντικό σχεδιασμό ή το ελληνοτουρκικό αποτύπωμα στο πρόγραμμα SAFE, το οποίο έχει ήδη αρχίσει να λειτουργεί ως μοχλός οικονομικής ενίσχυσης της Άγκυρας.

Ταυτόχρονα, η ελληνική εξωτερική πολιτική υποχωρεί ατάκτως και σε άλλες κατευθύνσεις: στα Βαλκάνια, απέναντι στις διαρκείς προκλήσεις της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας, η Αθήνα δείχνει αμήχανη και αδρανής, προσκολλημένη στη ρητορική της «καλής γειτονίας», την ώρα που οι γείτονες διεκδικούν, απειλούν και επιβάλλονται.

Η χώρα μας, που άλλοτε αποτελούσε σημείο αναφοράς στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, κινδυνεύει να καταστεί μόνιμος αποδέκτης πιέσεων και ταπεινώσεων. Δεν λογίζεται πλέον ούτε ως παράγοντας ισορροπίας ούτε ως αξιόπιστος συνομιλητής, αλλά ως περιφερειακός παίκτης δεύτερης ταχύτητας — ένας «σάκος του μποξ» στη γεωπολιτική σκακιέρα.

Η στάση του κ. Μητσοτάκη απέναντι σε ζητήματα που άπτονται της Ορθοδοξίας δεν αντέχει στον έλεγχο της ειλικρίνειας. Ο ίδιος ηγέτης που σήμερα μιλά για «ευαισθησία» και «ενδιαφέρον» για το Σινά, είναι ο ίδιος που το 2020, επικαλούμενος την πανδημία, διέταξε το γενικό κλείσιμο των ναών, προχώρησε στη δίωξη ιερέων που τέλεσαν ακολουθίες, και μετέφερε αυθαίρετα την Ανάσταση στις 9 το βράδυ — μια απόφαση με σαφώς συμβολική βαρύτητα, που ενόχλησε βαθιά τον εκκλησιαστικό κόσμο.

Δεν είναι δυνατόν να επικαλείται κανείς σεβασμό στα ιερά, όταν τα χρησιμοποιεί ως εργαλείο εφήμερης επικοινωνιακής διαχείρισης, και την ίδια στιγμή δεν πράττει απολύτως τίποτα για να τα προστατεύσει, είτε από κρατικές παρεμβάσεις είτε από γεωπολιτικά παιχνίδια.

Η μέχρι τώρα πορεία της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και θρησκευτικής προστασίας αποδεικνύει έναν επικίνδυνο συνδυασμό: απουσία αποφασιστικότητας και έλλειψη στρατηγικού οράματος. Οι κυβερνητικές ήττες παρουσιάζονται με επικοινωνιακό τρόπο ως «διπλωματικές επιτυχίες», αλλά στην πράξη αποτελούν σοβαρές υπονομεύσεις των εθνικών μας συμφερόντων.

Κι όταν η ιστορία αυτής της περιόδου γραφτεί, η απώλεια της μοναστικής κυριότητας στο Σινά, ο ξεπεσμός του γεωπολιτικού κύρους της Ελλάδας και η συρρίκνωση της πολιτισμικής της ακτινοβολίας θα αποτελούν σκοτεινά σημεία, βαριά κατάλοιπα μιας ηγεσίας που προτίμησε την υποταγή από την αντίσταση, τη σιωπή από τη δράση και τη ρητορεία από την ουσία.

Ετικέτες: