Αναζητείται λύση για δάνεια σε ελβετικό φράγκο 55.000 δάνεια σε ελβετικό φράγκο σε φυσικά πρόσωπα
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει δρομολογήσει μια συντονισμένη προσπάθεια καταγραφής και αξιολόγησης των στεγαστικών δανείων που είχαν χορηγηθεί σε ελβετικό φράγκο, στοχεύοντας σε μια συνολική και δίκαιη λύση για το σύνολο των εμπλεκομένων. Κεντρικός στόχος αυτής της πρωτοβουλίας είναι η ουσιαστική ανακούφιση των δανειοληπτών που επλήγησαν από τη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, η αποτροπή νέων προσφυγών στη Δικαιοσύνη και η διαφύλαξη της σταθερότητας τόσο των τραπεζικών ισολογισμών όσο και των δημοσιονομικών επιδόσεων του κράτους, ιδιαίτερα υπό το φως των τιτλοποιήσεων που εντάχθηκαν στο πρόγραμμα εγγυήσεων «Ηρακλής».
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα τραπεζικά στοιχεία, το σύνολο των δανείων σε ελβετικό φράγκο που χορηγήθηκαν σε φυσικά πρόσωπα από τις ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι ανέρχεται στις 55.000 συμβάσεις, με το συνολικό αρχικό ύψος τους να πλησιάζει τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, ένα σημαντικό ποσοστό έχει είτε εξοφληθεί είτε διακανονιστεί με διάφορους τρόπους, ενώ σήμερα περίπου 20.000 δάνεια παραμένουν ενεργά ή προβληματικά, αντιστοιχώντας σε υπόλοιπο περίπου 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πέραν όμως του τραπεζικού τομέα, ένας ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός αυτών των δανείων – εκτιμάται ότι αφορά περίπου 14.000 έως 15.000 δανειολήπτες – βρίσκεται πλέον υπό τη διαχείριση εταιρειών εξυπηρέτησης απαιτήσεων (servicers), λόγω των μαζικών τιτλοποιήσεων που πραγματοποιήθηκαν την τελευταία δεκαετία. Οι συνολικές οφειλές αυτών των δανείων αγγίζουν τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Η εταιρεία doValue κατέχει τον κύριο όγκο του σχετικού χαρτοφυλακίου, διαχειριζόμενη ποσό ύψους 3,8 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί σε περίπου 12.000 δανειολήπτες. Η Intrum διαχειρίζεται 817 εκατομμύρια ευρώ και η Cepal περίπου 150 εκατομμύρια.
Η επίλυση του προβλήματος προϋποθέτει πρώτα μια λεπτομερή αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης: απαιτείται διάκριση ανάμεσα σε δάνεια που έχουν αποπληρωθεί, σε εκείνα που συνεχίζουν να εξυπηρετούνται (έστω και με δυσκολία), σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια, καθώς και σε δάνεια που έχουν μετατραπεί από ελβετικό φράγκο σε ευρώ. Αυτή η ταξινόμηση αποτελεί θεμέλιο λίθο για την ανάλυση του δυνητικού κόστους κάθε σεναρίου και τη δίκαιη κατανομή της επιβάρυνσης μεταξύ δανειοληπτών, τραπεζών, εταιρειών διαχείρισης και του κράτους. Παρ’ όλα αυτά, πρόκειται για μια εξαιρετικά περίπλοκη διαδικασία, στην οποία δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη η πλήρης ικανοποίηση όλων των εμπλεκομένων, ειδικά των δανειοληπτών που έχουν υποστεί σημαντικές ζημίες.
Πολυεπίπεδη διαπραγμάτευση για δίκαιη ρύθμιση χωρίς δημοσιονομικούς κινδύνους
Καθώς το υπουργείο Οικονομικών επιδιώκει να καταλήξει σε μια βιώσιμη λύση εντός του έτους, έχουν εντατικοποιηθεί οι επαφές με τις τράπεζες, τους servicers και την Τράπεζα της Ελλάδος. Κομβικό ρόλο θα διαδραματίσει και η αναμενόμενη απόφαση του Αρείου Πάγου σχετικά με τον υπολογισμό των τόκων στα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, με βάση τις διατάξεις του νόμου Κατσέλη. Η ετυμηγορία αυτή αναμένεται να λειτουργήσει ως οδηγός για τη νομική και πολιτική διαχείριση του ζητήματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Σύλλογος Δανειοληπτών σε Ελβετικό Φράγκο (ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ.), που εκπροσωπεί πάνω από 1.100 μέλη, έχει ήδη προσφύγει δικαστικά κατά του ελληνικού Δημοσίου, υποστηρίζοντας ότι η ανώτατη δικαστική αρχή της χώρας αρνήθηκε να ζητήσει προδικαστική γνώμη από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου για την προστασία των καταναλωτών σε αυτές τις υποθέσεις.
Ένα μεγάλο μέρος των δανείων σε ελβετικό φράγκο έχει ενταχθεί σε τιτλοποιήσεις, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή της doValue, που περιλαμβάνει τα χαρτοφυλάκια «Cairo I» και «Cairo II». Οι εν λόγω τιτλοποιήσεις είναι ενταγμένες στο πρόγραμμα «Ηρακλής» και αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου συνόλου επτά συνολικά τιτλοποιήσεων με συνολική αξία περίπου 18 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ωστόσο, τα προβλήματα είναι εμφανή: η έλλειψη ξεκάθαρου θεσμικού πλαισίου για την πώληση των ρυθμισμένων ή «θεραπευμένων» δανείων έχει οδηγήσει σε χαμηλότερες αποδόσεις για τους τίτλους αυτούς, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την επίτευξη των στόχων των επιχειρηματικών σχεδίων.
Κομβικής σημασίας παραμένει η στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία θέτει σαφείς κανόνες εποπτείας. Βάσει αυτών, ακόμη και μια μικρή μείωση της καθαρής παρούσας αξίας ενός δανείου – άνω του 1% – μπορεί να οδηγήσει στον χαρακτηρισμό του ως μη εξυπηρετούμενου (NPE). Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε μορφή οριζόντιας ρύθμισης ή παρέμβασης υπέρ των δανειοληπτών θα πρέπει να σχεδιαστεί σε πλήρη συνεννόηση με τους ευρωπαϊκούς εποπτικούς θεσμούς, ώστε να αποφευχθούν τυχόν αρνητικές συνέπειες για την κεφαλαιακή επάρκεια και την πιστοληπτική ικανότητα των ελληνικών τραπεζών.
Επιπλέον, οι τράπεζες βρίσκονται ακόμη σε φάση σταθεροποίησης και εξόδου από την πολυετή κρίση των «κόκκινων» δανείων, η διαχείριση των οποίων σε μεγάλο βαθμό έγινε μέσω του μηχανισμού του «Ηρακλή». Η επιστροφή τους σε ένα πιο υγιές και κανονικό χρηματοπιστωτικό περιβάλλον αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για την επανεκκίνηση της πιστωτικής επέκτασης προς την πραγματική οικονομία.
Η αναζήτηση μιας ρεαλιστικής και εφαρμόσιμης λύσης στο σύνθετο ζήτημα των δανείων σε ελβετικό φράγκο, χωρίς να προκληθούν παράπλευρες επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό και δημοσιονομικό οικοδόμημα, είναι πλέον μια από τις βασικές προκλήσεις για την κυβέρνηση και το οικονομικό της επιτελείο.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Πιο Πρόσφατα
Όταν το παρελθόν γίνεται καταφύγιο
Σκιές πολέμου στο κατώφλι του 2026