Μόλις δύο 24ωρα μετά τη συνάντηση του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών με τον στρατηγό Χαλίφα Χάφταρ, στην Ανατολική Λιβύη, και τις διαβεβαιώσεις για την κοινή προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο και τον διάλογο για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και τη διαχείριση του μεταναστευτικού, το διπλωματικό σκηνικό άλλαξε δραματικά. Η κυβέρνηση της Ανατολικής Λιβύης ακύρωσε με αιφνιδιαστικό τρόπο την προγραμματισμένη επίσκεψη ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας στην πόλη Βεγγάζη, χαρακτηρίζοντας την «ανεπιθύμητη».
Η αποστολή περιελάμβανε τον Έλληνα Υπουργό Μετανάστευσης Θάνο Πλεύρη, τους ομολόγους του από την Ιταλία και τη Μάλτα, καθώς και τον Επίτροπο Μετανάστευσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ακύρωση ήρθε ως απάντηση στην απαίτηση της Ε.Ε. να συναντηθεί μόνο με τον Χάφταρ, χωρίς την παρουσία οποιουδήποτε εκπροσώπου της κυβέρνησης της Βεγγάζης, την οποία δεν αναγνωρίζουν ούτε οι Βρυξέλλες ούτε ο ΟΗΕ, που συνεχίζουν να θεωρούν ως επίσημη κυβέρνηση εκείνη της Τρίπολης.
Η κίνηση αυτή εξόργισε την πλευρά Χάφταρ, η οποία ερμήνευσε την στάση της Ε.Ε. ως προσβολή και έδωσε εντολή να ματαιωθεί η επίσκεψη, απαιτώντας από τα μέλη της αντιπροσωπείας να επιστρέψουν άμεσα στις χώρες τους.
Το επεισόδιο ήρθε να υπογραμμίσει για ακόμη μια φορά τις αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν τη δυτική προσέγγιση στο λιβυκό πρόβλημα. Από τη μία πλευρά, επιχειρείται η ανάπτυξη επαφών και διαλόγου με την Ανατολική Λιβύη, και από την άλλη δεν υφίσταται καμία θεσμική αναγνώριση της κυβέρνησης που εδρεύει εκεί. Η κατάσταση επιβαρύνεται από το σύνθετο πολιτικό και στρατιωτικό προφίλ του ίδιου του Χάφταρ, ενός προσώπου με πολυεπίπεδες συμμαχίες και διαδρομές.
Ο Χάφταρ υπήρξε κάποτε στενός συνεργάτης του Μουαμάρ Καντάφι, πριν στρατολογηθεί από τη CIA και καταλήξει να πολεμήσει εναντίον του, ενώ αργότερα ανέπτυξε σχέσεις με τη Ρωσία και τη στρατιωτική ομάδα Wagner, κρατώντας παράλληλα ανοικτούς διαύλους με την Τουρκία. Παρότι τα όπλα στη Λιβύη έχουν σταματήσει να βροντούν, η εσωτερική διαμάχη για τον έλεγχο της χώρας μεταξύ Τρίπολης και Βεγγάζης παραμένει έντονη, με υπόγειες συγκρούσεις επιρροής και στρατηγικής σημασίας.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, το μεταναστευτικό πρόβλημα αναδεικνύεται σε ζήτημα άμεσης πίεσης για την Ελλάδα, και ειδικότερα για την Κρήτη. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Λιμενικού, μόνο τον Ιούνιο του 2024 αφίχθησαν στο νησί περισσότεροι από 2.500 μετανάστες, ενώ 150 έφθασαν μόνο σε μία ημέρα. Οι περισσότερες ροές εντοπίζονται να προέρχονται από τα παράλια της Ανατολικής Λιβύης, αποκαλύπτοντας τον τρόπο με τον οποίο η μετακίνηση πληθυσμών εργαλειοποιείται για πολιτικά και οικονομικά ανταλλάγματα.
Η ίδια η πρόεδρος της Κομισιόν, σε παλαιότερες δηλώσεις της, είχε αναφερθεί στην τακτική εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού από τη Λιβύη –μια τακτική που ακολουθεί τα βήματα της Τουρκίας– με στόχο την άσκηση πίεσης για επιπλέον χρηματοδότηση και διπλωματικά ανταλλάγματα. Το ενδιαφέρον είναι ότι και οι δύο λιβυκές αρχές, τόσο της Τρίπολης όσο και της Βεγγάζης, φαίνεται να αξιοποιούν αυτόν τον μοχλό πίεσης, παρά τις μεταξύ τους αντιθέσεις.
Ειδικά η Ανατολική Λιβύη, ελεγχόμενη από την πλευρά Χάφταρ, συνδέεται άμεσα με την εκτίναξη των μεταναστευτικών ροών προς την Κρήτη. Τα δίκτυα διακίνησης λειτουργούν με ανοχή, ή και με συνεργασία, των τοπικών αρχών, και συχνά εμπλέκονται ένοπλες ομάδες ή φατρίες που επωφελούνται από την αναταραχή. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει η Ταξιαρχία Ταρίκ Μπεν Ζεγιάντ, υπό τον Σαντάμ Χάφταρ –γιό του στρατηγού– η οποία αναδείχθηκε σε ρυθμιστή των θαλάσσιων διαδρομών.
Ένα ακόμη στοιχείο που προκαλεί εντύπωση είναι η χρονική σύμπτωση της αύξησης των αφίξεων μεταναστών στην Κρήτη με την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ του Χάφταρ και της Ιταλίδας πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι, στις αρχές του 2024. Αμέσως μετά, τα δίκτυα διακίνησης περιόρισαν αισθητά τις ροές προς τη Λαμπεντούζα, και η πίεση μεταφέρθηκε προς τα ανατολικά, με κύρια πύλη εισόδου πλέον την Κρήτη και τη Γαύδο.
Η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης περιλάμβανε την αποστολή δύο πολεμικών σκαφών στα χωρικά ύδατα, σε μια προσπάθεια αποτροπής των αφίξεων. Ωστόσο, οι αριθμοί αποκαλύπτουν πως η επιχείρηση είχε περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Το νησί συνεχίζει να δέχεται υψηλό αριθμό αφίξεων, ενώ οι δομές φιλοξενίας αντιμετωπίζουν ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις.
Η επιστροφή στην πρόσφατη ιστορία της Λιβύης και η εποχή του Μοαμάρ Καντάφι φέρνει στη μνήμη την εποχή που η χώρα λειτουργούσε ως φραγμός μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη. Με διμερείς συμφωνίες και ισχυρό έλεγχο, η Λιβύη αποτελούσε τότε προνομιακό συνομιλητή για κράτη της Ε.Ε., ανάμεσά τους και η Ελλάδα. Η ανατροπή του Καντάφι, αποτέλεσμα της δυτικής παρέμβασης το 2011, είχε ως συνέπεια την κατάρρευση της κρατικής συνοχής και τη μετατροπή της χώρας σε πεδίο αντιμαχόμενων συμφερόντων.
Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται σε δύσκολη θέση, με περιορισμένα περιθώρια πολιτικής επιρροής και σε ρόλο θεατή των εξελίξεων που επηρεάζουν άμεσα την ασφάλειά της. Η Κρήτη, στο σταυροδρόμι μεταναστευτικών ρευμάτων και γεωπολιτικών παιχνιδιών, καταγράφει τις συνέπειες μιας πολιτικής που δεν κατάφερε να προλάβει τις εξελίξεις, ούτε να τις επηρεάσει.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Πιο Πρόσφατα
Οι Τούρκοι ψαράδες ψαρεύουν ανενόχλητοι στα ελληνικά χωρικά ύδατα