Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

12 Ιουλίου 2025

Η Ελλάδα της υποταγής ως χαμένη υπόθεση της Δύσης

Η Τουρκία παρουσιάζεται ως νικητής στη διεθνή σκακιέρα, μια εικόνα που δεν ανταποκρίνεται απαραίτητα στην πραγματικότητα. Είναι αληθές ότι προβάλλει με αυτοπεποίθηση και ισχύ, ωστόσο η εντύπωση αυτή δεν συνοδεύεται από σταθερά, κατοχυρωμένα γεωπολιτικά κέρδη. Τα λεγόμενα «τρόπαια» που εμφανίζεται να κατέχει είναι περισσότερο επικοινωνιακά και λιγότερο ουσιαστικά. Στην πραγματικότητα, δεν διαθέτει σαφείς, μεσομακροπρόθεσμα διασφαλισμένες κατακτήσεις. Αντίθετα, η υπεροχή της οφείλεται κυρίως στην απουσία της Ελλάδας από το διεθνές πεδίο διεκδίκησης. Η Αθήνα δεν συμμετέχει ενεργά ούτε προσπαθεί να εξασφαλίσει στρατηγικά οφέλη, αφήνοντας χώρο στην Άγκυρα να προβάλλεται ως περιφερειακή δύναμη.

Από τον προηγούμενο αιώνα, η Τουρκία έχει σταθερούς υποστηρικτές δύο από τις τρεις παραδοσιακές ευρωπαϊκές δυνάμεις, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία. Παρότι πλέον δεν διατηρούν την παλαιά τους ισχύ, εξακολουθούν να διαδραματίζουν ρόλο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία επιτρέπουν στην Τουρκία να εμφανίζεται ως περιφερειακός εταίρος σε επιλεγμένες ζώνες ενδιαφέροντος, αλλά της επιβάλλουν περιορισμούς όταν επιχειρεί να επεκτείνει την επιρροή της σε περιοχές που αποτελούν στρατηγικό πεδίο δράσης των ιδίων, όπως η Συρία. Εκεί δραστηριοποιείται και το Ισραήλ, το οποίο έχει τις δικές του προτεραιότητες και στρατηγικές.

Η Άγκυρα έχει μεταβάλει την προσέγγισή της έναντι της Ελλάδας, αποφεύγοντας την ανοιχτή επιθετικότητα και αξιοποιώντας την υποχωρητικότητα της ελληνικής κυβέρνησης. Ένας βασικός λόγος για την αλλαγή στάσης είναι η αντίθεση των ΗΠΑ σε οποιαδήποτε μορφή απόλυτης τουρκικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, στα Βαλκάνια ή στη Μέση Ανατολή – μια περιοχή που θεωρείται ζωτικής σημασίας για τα αμερικανικά και ισραηλινά συμφέροντα. Ούτε η Ρωσία επιθυμεί την ανάδειξη της Τουρκίας σε κυρίαρχη δύναμη. Οι παγκόσμιες ισορροπίες εξουσίας διατηρούνται από τους τρεις μεγάλους παίκτες – ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα – και καμία άλλη χώρα δεν επιτρέπεται να διαταράξει αυτή τη δομή.

Η Τουρκία λειτουργεί ως «επιτήδειος ουδέτερος», μια στάση που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη, αλλά την καθιστά ταυτόχρονα χρήσιμη κατά περίπτωση. Ανάλογα με τις συγκυρίες, είναι εργαλείο για διαφορετικούς δρώντες. Έπαιξε το χαρτί του παντουρκισμού, αλλά προσέκρουσε στα ρωσικά συμφέροντα. Στη Μέση Ανατολή βρέθηκε αντιμέτωπη τόσο με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ όσο και με τη Ρωσία. Το στρατηγικό της σφάλμα ήταν η φανερή πρόθεση υπερεξάπλωσης και η ιδέα ανασύστασης μιας νέας οθωμανικής κυριαρχίας. Η επίδειξη φιλοδοξιών χωρίς τη δυνατότητα υλοποίησης τους λειτουργεί ως αυτοπαγίδευση και προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντική αποσταθεροποίηση.

Η Ελλάδα βρίσκεται παραδοσιακά στο επίκεντρο διεθνών ανταγωνισμών. Από την Επανάσταση του 1821 μέχρι τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, την Μικρασιατική Καταστροφή και τον εμφύλιο πόλεμο, η γεωπολιτική της θέση υπήρξε πεδίο σύγκρουσης μεγάλων δυνάμεων. Το δόγμα «η Ελλάδα ανήκει στη Δύση» – με τις Ηνωμένες Πολιτείες ως βασικό εταίρο – συνεχίζει να καθορίζει την εξωτερική της πολιτική.

Το στρατηγικό λάθος της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης έγκειται στην απομάκρυνση από την Ουάσιγκτον και τη στροφή προς το Βερολίνο, επηρεασμένη από την εποχή Τραμπ. Ωστόσο, η Γερμανία δεν έκρυψε ποτέ την προτίμησή της στην Τουρκία. Έτσι, οι τρεις ευρωπαϊκές δυνάμεις – Γερμανία, Αγγλία και Γαλλία – προσπάθησαν να εξισορροπήσουν την αμερικανική επιρροή, αφήνοντας την Ελλάδα εκτεθειμένη και χωρίς ουσιαστική στήριξη. Το αποτέλεσμα ήταν η απομόνωσή της και η έλλειψη στρατηγικών ερεισμάτων.

Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να απειλείται άμεσα από τους πολιτικούς της αντιπάλους, καθώς εκείνοι αποδεικνύονται καθημερινά αναποτελεσματικοί. Ενδεχομένως στηρίζεται και στο γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν ένταση στην περιοχή, ειδικά με την Τουρκία να παίζει ρόλο τοπικού χωροφύλακα. Ωστόσο, τίποτα δεν εμποδίζει την Ουάσιγκτον να παραχωρεί στην Άγκυρα μικρά προνόμια εις βάρος της Ελλάδας, χωρίς να προκαλείται στρατηγική ανισορροπία. Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις διατηρούν τη στάση της αδιαφορίας, παρακολουθώντας την Ελλάδα να χάνει έδαφος.

Δεν μπορεί να υπάρξει μακροχρόνια κυβερνητική σταθερότητα όταν η καθημερινότητα αποκαλύπτει συμπεριφορές αλαζονείας, κατασπατάλησης πόρων και διοικητικής ανεπάρκειας. Όταν οι διαφορές μεταξύ εξουσιαστών και κοινωνίας θολώνουν, τότε η κοινωνική βάση αποστασιοποιείται. Και όταν αυτή η αποστασιοποίηση γίνει μαζική, προκαλείται κύμα ανατροπών που δεν μπορεί να αναχαιτιστεί.

Ετικέτες: