Η άρνηση Τραμπ στο ισραηλινό σχέδιο επίθεσης στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να απέρριψε σχέδιο του Ισραήλ για στρατιωτική επίθεση κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν κατά τη διάρκεια της θητείας του. Σύμφωνα με δημοσιεύματα και πληροφορίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, Ισραηλινοί αξιωματούχοι προσέγγισαν την κυβέρνηση Τραμπ, ζητώντας υποστήριξη ή τουλάχιστον ανοχή για μια στρατιωτική επιχείρηση που στόχο είχε την παρεμπόδιση ή την καταστροφή των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων. Το Ισραήλ θεωρεί ότι το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης συνιστά άμεση απειλή για την εθνική του ασφάλεια και επιδιώκει την πρόληψη της απόκτησης πυρηνικών αντικειμένων από το Ιράν.
Παρά την παραδοσιακή στενή σχέση του με την ισραηλινή ηγεσία και τη φιλοϊσραηλινή στάση της κυβέρνησής του σε αρκετά ζητήματα – όπως η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ – ο Τραμπ διστακτικός απέναντι σε ένα τόσο ριψοκίνδυνο στρατιωτικό εγχείρημα. Φοβούμενος τις συνέπειες ενός πολέμου στη Μέση Ανατολή και την πιθανότητα γενικευμένης αποσταθεροποίησης, προτίμησε να μην εγκρίνει την ισραηλινή πρόταση. Επιπλέον, φέρεται να εκτελεστεί ότι η στρατιωτική σύγκρουση με τον Ιράν θα έθετε σε κίνδυνο τις αμερικανικές δυνάμεις στην περιοχή, θα ανέβαζε κατακόρυφα τις τιμές του πετρελαίου και θα δημιουργούσε τεράστιο κόστος σε πολιτικό, οικονομικό και ανθρώπινο επίπεδο.
Η απόφαση του Τραμπ να απορρίψει το ισραηλινό σχέδιο εντάσσεται σε ένα πλαίσιο πιο ευρύτερων υπολογισμών που αφορούσαν τόσο την εσωτερική πολιτική όσο και τις διεθνείς ισορροπίες. Αν και ο ίδιος είχε αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν (JCPOA) το 2018 και ακολούθησε σκληρή ρητορική απέναντι στην Τεχεράνη, δεν προχώρησε τελικά σε άμεση στρατιωτική σύγκρουση. Η στάση του αυτή προκάλεσε απογοήτευση σε κύκλους του Ισραήλ που προσδοκούσαν πιο επιθετικές ενέργειες από την Ουάσινγκτον.
Η πληροφορία αυτή προσθέτει ένα ακόμη στοιχείο στο σύνθετο παζλ των αμερικανοϊσραηλινών σχέσεων και δείχνει ότι ακόμη και σε περιόδους στενής συνεργασίας, υπάρχουν διαφορές στις εκτιμήσεις κινδύνων και στις προτεραιότητες. Επίσης, καταδεικνύει τη σημασία της αμερικανικής στάσης σε ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια στη Μέση Ανατολή, αφού η έγκριση ή η άρνηση της Ουάσινγκτον μπορεί να καθορίσει την τύχη κρίσιμων επιλογών.
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, φέρεται να απέρριψε πρόταση του Ισραήλ για την πραγματοποίηση αεροπορικών βομβαρδισμών κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν και δεν προτίμησε αυτή την προώθηση μιας διπλωματικής λύσης μέσω διαπραγματεύσεων με την Τεχεράνη. Σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times , που επικαλούνται πηγές από την αμερικανική κυβέρνηση της περιόδου εκείνης καθώς και άλλες εμπλεκόμενες πλευρές, η ισραηλινή κυβέρνηση είχε προετοιμάσει ένα σχέδιο επίθεσης με στόχο να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την ικανότητα του Ιράν να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα.
Το σχέδιο, όπως αποκαλύπτεται, προέβλεπε τη διεξαγωγή αεροπορικών πληγμάτων μέσα στον Μάιο, με στόχο να τεθεί εκτός λειτουργίας το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν για τουλάχιστον έναν χρόνο. Η Ισλαμική Δημοκρατία θεωρείτο από το Ισραήλ. Όπως βρισκόταν κοντά στο να αποκτήσει στρατιωτική πυρηνική δυνατότητα, εξέλιξη που το Τελ Αβίβ έβλεπε ως άμεση και υπαρξιακή απειλή. Παρά τη σκληρή στάση που διατηρούσε ο Τραμπ απέναντι στο Ιράν και την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για τα πυρηνικά (JCPOA) το 2018, εμφανίστηκε διστακτική απέναντι στην ενδεχόμενη άμεση στρατιωτική εμπλοκή.
Αντί για τη στρατιωτική επιλογή, ο Τραμπ φέρεται να προκρίνει την έναρξη διαπραγματεύσεων με στόχο την επίτευξη μιας νέας συμφωνίας με τον Ιράν, η οποία θα περιόριζε δραστικά το πυρηνικό του πρόγραμμα και θα προσέφερε μεγαλύτερη ασφάλεια χωρίς να απαιτείται στρατιωτική δράση. Η προτίμησή του για μια πολιτική λύση αντάλλαξε την επιθυμία να αποφευχθεί μια νέα σύρραξη στη Μέση Ανατολή, καθώς και οι ευρύτεροι στρατηγικοί υπολογισμοί της Ουάσινγκτον, που αφορούσαν την παρουσία των αμερικανικών δυνάμεων στην περιοχή και τις παρατηρήσεις στην παγκόσμια οικονομία.
Η απόφαση του Τραμπ να απορρίψει το ισραηλινό σχέδιο φωτίζει τα όρια της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, ακόμη και σε περιόδους στενών σχέσεων. Δείχνει επίσης τη σημασία της αμερικανικής στάσης ως ρυθμιστικού παράγοντα στη Μέση Ανατολή, καθώς και τη δυσκολία εξεύρεσης κοινής στρατηγικής γραμμής μεταξύ συμμάχων όταν διακυβεύονται πολύπλοκα γεωπολιτικά και στρατιωτικά συμφέροντα.
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, φέρεται να απέρριψε πρόταση του Ισραήλ για στρατιωτική επίθεση κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, προτάσσοντας την ανάγκη για διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη. Σύμφωνα με τους New York Times , το Ισραήλ είχε εκπονήσει σχέδιο αεροπορικών πληγμάτων με στόχο να επιβραδύνει ή να αναδείξει την ικανότητα της Ισλαμικής Δημοκρατίας να αναπτύξει πυρηνικά όπλα για τουλάχιστον έναν χρόνο. Το σχέδιο προέβλεπε επίθεση εντός του Μαΐου και βασιζόταν στην ανάγκη για αποφασιστική και άμεση δράση.
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα, για την υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου που ήταν απαραίτητη η ενεργή συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών, όχι μόνο για την εξασφάλιση της επιτυχίας της επιχείρησης, αλλά και για την υπεράσπιση του Ισραήλ σε περίπτωση ιρανικών αντικειμένων. Η κλίμακα και η πολυπλοκότητα ενός τέτοιου στρατιωτικού καθιστούσαν την αμερικανική στήριξη κρίσιμη, τόσο στρατιωτικά όσο και πολιτικά.
Παρά την πίεση και τη στενή σχέση της Ουάσιγκτον με το Τελ Αβίβ, ο Τραμπ, μετά από μήνες εσωτερικών διαβουλεύσεων και ενδοκυβερνητικού διαλόγου, να μην επιλέξει τον δρόμο της στρατιωτικής σύγκρουσης. Αντίθετα, έδωσε εντολή να αναζητηθεί διπλωματική λύση μέσω διαπραγματεύσεων με στόχο τον περιορισμό του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος και την αποφυγή περαιτέρω αποσταθεροποίησης στη Μέση Ανατολή.
Σε αυτό το πλαίσιο, πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά επί διακυβέρνησης Τραμπ –είτε της προηγούμενης (2017–2021) είτε της τρέχουσας– έμμεσες συνομιλίες ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν. Οι συνομιλίες φιλοξενήθηκαν στο σουλτανάτο του Ομάν, το περασμένο Σάββατο, καθώς οι δύο χώρες δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις από το 1980. Και οι δύο πλευρές χαρακτήρισαν τις επαφές «θετικές» και «εποικοδομητικές», γεγονός που ενίσχυσε τις προσδοκίες για περαιτέρω πρόοδο. Ο νέος γύρος διαπραγματεύσεων πρέπει να συνεχιστεί μεθαύριο, είτε στη Ρώμη, σύμφωνα με δυτικές διπλωματικές πηγές, είτε από νέους στη Μούσκατ, όπως αναφέρει η Τεχεράνη.
Η στάση του Τραμπ αναδεικνύει τα όρια της στρατιωτικής στρατηγικής έναντι του Ιράν, αλλά και την ισχυρή επιρροή των γεωπολιτικών υπολογισμών στην τελική απόφαση. Παρά την έντονη αντιπαράθεση με το ιρανικό καθεστώς και την αποχώρηση από τη συμφωνία JCPOA, η επιλογή του διαλόγου έναντι της σύγκρουσης αντανακλά την επίδειξη ελέγχου των εντάσεων χωρίς την πρόκληση πολέμου, με δεδομένες τις περιφερειακές και διεθνείς συνέπειες μιας σύρραξης.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Η κυβέρνηση ως θεατής στον εποικισμό της χώρας
Πιο Πρόσφατα
Παπασταύρου: Απολογισμός δράσεων με αποτύπωμα σε ενέργεια και περιβάλλον
Γεωργιάδης: «Τα μπλόκα έγιναν πολιτικό εργαλείο»