Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

23 Μαΐου 2025

Η Ε.Ε. αγκαλιάζει την Άγκυρα και αγνοεί την Ελλάδα

Σε μια κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία, η φωνή της Ελλάδας μοιάζει ολοένα και πιο αδύναμη στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, την ώρα που η Τουρκία κατοχυρώνει πλέον τη θέση της ως στρατηγικός εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρά τις επανειλημμένες επισημάνσεις της Αθήνας για τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της Άγκυρας στην περιοχή και τις παραβιάσεις σε βάρος κρατών-μελών της Ε.Ε., η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων φαίνεται διατεθειμένη να παρακάμψει τις ενστάσεις, επενδύοντας στον ρόλο της Τουρκίας ως «κρίσιμου παίκτη» σε πολλαπλά γεωστρατηγικά μέτωπα.

Χαρακτηριστική είναι η στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο του νέου αμυντικού δανειακού μηχανισμού SAFE (Security Action for Europe), ύψους 150 δισ. ευρώ, για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Το πρόγραμμα προβλέπει χρηματοδότηση για αμυντικές προμήθειες, με την προϋπόθεση ότι το 65% των παραγγελιών θα προέρχεται από ευρωπαϊκές πηγές και το υπόλοιπο 35% από τρίτες χώρες. Στο πλαίσιο αυτό, οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες –όπως η Τουρκία– καθώς και τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, δύνανται να συμμετάσχουν, διεκδικώντας μερίδιο από την κοινοτική «πίτα».

Η πρόβλεψη αυτή ανοίγει τον δρόμο για τη συμμετοχή της Τουρκίας, η οποία όχι μόνο διαθέτει ισχυρή αμυντική βιομηχανία, αλλά και τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ. Επιπλέον, η γεωπολιτική της τοποθέτηση –με ρόλο-κλειδί τόσο στον πόλεμο της Ουκρανίας όσο και στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή– καθιστά την Άγκυρα πολύτιμο συνεργάτη για τις Βρυξέλλες. Όπως σημειώνουν διπλωματικές πηγές, ο Ερντογάν έχει καταφέρει να μετατρέψει τη στρατηγική του θέσης σε πλεονέκτημα, κερδίζοντας πόντους έναντι της Αθήνας στο ευρωπαϊκό ταμπλό.

Την ίδια ώρα, η ελληνική πλευρά επιχειρεί να εκπέμψει σήμα συναγερμού, αν και με προσεκτικά διατυπωμένες τοποθετήσεις. Ο υπουργός Άμυνας, Νίκος Δένδιας, σε πρόσφατη παρέμβασή του επισήμανε –χωρίς να κατονομάζει άμεσα την Τουρκία– ότι «δεν μπορούμε να υπερασπιστούμε την Ευρώπη αν ο εχθρός βρίσκεται εντός των τειχών» και υπογράμμισε πως «δεν είναι δυνατόν να μετέχουν στο ευρωπαϊκό εγχείρημα χώρες που απειλούν μέλη της Ένωσης, που δεν αναγνωρίζουν άλλες χώρες και που δεν σέβονται τους ευρωπαϊκούς κανόνες δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Οι παρεμβάσεις αυτές, ωστόσο, φαίνεται πως έπεσαν στο κενό. Η Ελλάδα και η Κύπρος δεν κατάφεραν να αποτρέψουν την ενσωμάτωση της Τουρκίας στο εξοπλιστικό σχήμα, καθώς –σύμφωνα με πληροφορίες– η σχετική απόφαση για συμμετοχή τρίτων χωρών στο SAFE ελήφθη με ειδική πλειοψηφία, και όχι με ομοφωνία. Η τελική έγκριση του προγράμματος αναμένεται στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων στις 27 Μαΐου και θεωρείται πλέον τυπική διαδικασία.

Στο μεταξύ, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, χαιρέτισε τη συμφωνία με ενθουσιασμό, γράφοντας σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα Χ:

«Εξαιρετικά νέα – το Δάνειο Βιομηχανικής Ετοιμότητας για την Άμυνα, SAFE, έχει συμφωνηθεί από τα κράτη-μέλη. Η Ευρώπη αναλαμβάνει μεγαλύτερη ευθύνη για τη δική της άμυνα σε έναν όλο και πιο επικίνδυνο κόσμο. Αυτό σημαίνει υπερσύγχρονες ικανότητες – για την Ένωσή μας, για την Ουκρανία, για την ήπειρό μας στο σύνολό της».

Αμήχανος θεατής των εξελίξεων

Σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο γεωπολιτικό και διπλωματικό σταυροδρόμι, η Ελλάδα δείχνει να χάνει την πρωτοβουλία των κινήσεων, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στην Τουρκία να κεφαλαιοποιήσει τη στρατηγική της θέση και τη γεωπολιτική της σημασία για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι προσπάθειες των Ελλήνων διπλωματών –αν και φιλότιμες– μοιάζουν από την αρχή υπονομευμένες, ή μάλλον, αυτοϋπονομευμένες. Η καθυστερημένη αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών και η απουσία πολιτικής ηγεσίας στο ύψος των περιστάσεων έχουν αφήσει ένα ισχυρό κενό που σπεύδουν να καλύψουν άλλες δυνάμεις – με την Τουρκία να βρίσκεται στο επίκεντρο.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι οδηγίες προς τις ελληνικές διπλωματικές αποστολές στο εξωτερικό για το θέμα του προγράμματος SAFE δόθηκαν μόλις λίγες ημέρες πριν, παρά το γεγονός ότι το προσχέδιο του προγράμματος είχε κυκλοφορήσει ήδη από τα μέσα Μαρτίου. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι δεν προηγήθηκε καμία ουσιαστική πρωτοβουλία κορυφής από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ή τον αρμόδιο υπουργό Εξωτερικών, Γιώργο Γεραπετρίτη. Το κενό αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι απαντήσεις που λαμβάνουν οι Έλληνες πρεσβευτές να κυμαίνονται από διπλωματικές υπεκφυγές μέχρι ευγενικά συγκαλυμμένη ωμότητα: «αργήσατε», «αυτό λύνεται σε επίπεδο Κομισιόν» ή «χρειαζόμαστε μη μέλη της Ε.Ε. έναντι της Ρωσίας».

Παρότι ο πρωθυπουργός είχε εξασφαλίσει κατά τη σύνοδο κορυφής του Απριλίου 2024 μια ρήτρα που προέβλεπε πως η συνεργασία Ε.Ε.-Τουρκίας θα πρέπει να είναι «σταδιακή, αναλογική και αναστρέψιμη», η ελληνική κυβέρνηση δεν αξιοποίησε στο ελάχιστο αυτή τη διπλωματική βάση για να θέσει όρους ή να μπλοκάρει την τουρκική συμμετοχή. Εδώ και πάνω από ένα χρόνο, δεν υπήρξε καμία σοβαρή κίνηση, ούτε στις συνόδους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ούτε σε διμερείς συναντήσεις με τους ισχυρούς παίκτες της Ε.Ε.

Τα αποτελέσματα αυτής της αδράνειας είναι πλέον ορατά και μάλλον μη αναστρέψιμα:

  1. Η συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα SAFE μοιάζει πλέον τετελεσμένο γεγονός. Μέχρι πρότινος, ήταν ρεαλιστικό να υπάρξει απόρριψη ή καθυστέρηση της ένταξής της – λόγω των σοβαρών ενστάσεων αρκετών κρατών-μελών. Όμως σήμερα, χώρες-κλειδιά όπως η Γερμανία, η Ιταλία, οι Σκανδιναβικές και οι Βαλτικές χώρες τάσσονται ξεκάθαρα υπέρ της τουρκικής εμπλοκής.
  2. Απορρίφθηκαν οι ελληνικές τροπολογίες. Οι περισσότερες από τις εναλλακτικές διατυπώσεις που κατέθεσε η Αθήνα στο κείμενο της απόφασης απορρίφθηκαν από την πλειοψηφία των κρατών-μελών. Οι Έλληνες διπλωμάτες στηρίζουν τώρα τις ελπίδες τους στην Πολωνική Προεδρία, μήπως και προωθήσει διατύπωση σύμφωνα με το άρθρο 212 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ε.Ε., που προβλέπει ομοφωνία. Ωστόσο, ακόμα κι αν αυτό επιτευχθεί, οι υφιστάμενοι πολιτικοί συσχετισμοί παραμένουν εις βάρος της Ελλάδας.
  3. Έλλειψη πολιτικής βούλησης και αξιοπιστίας. Η εικόνα της ελληνικής ηγεσίας εντός της Ε.Ε. είναι αποδυναμωμένη. Όπως αναφέρουν έγκυρες πηγές, ουδείς ηγέτης χώρας-μέλους πιστεύει πλέον ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει την τουρκική διείσδυση στην Ε.Ε. ως εθνική προτεραιότητα. Η απουσία του από τη σύνοδο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας στα Τίρανα – όπου θα είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τους άλλους 26 ηγέτες – ερμηνεύεται ως πολιτική αδράνεια ή και αδιαφορία.
  4. Αναιμική θεσμική εκπροσώπηση. Η εκπροσώπηση της χώρας στη σύνοδο των Τιράνων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Τασούλα, αντί του πρωθυπουργού, δεν έστειλε κανένα σαφές πολιτικό μήνυμα. Η δήλωσή του ήταν γενικόλογη, με μόλις μία φράση να αναφέρεται στο πρόγραμμα SAFE – χωρίς ούτε μία αναφορά στην Τουρκία. Αντίθετα, ο Βρετανός πρωθυπουργός Σερ Κιρ Στάρμερ παρευρέθηκε προσωπικά και διαπραγματεύτηκε ενεργά τους όρους συμμετοχής της Βρετανίας σε μελλοντικά αμυντικά προγράμματα.

Η συνολική εικόνα που εκπέμπει η Ελλάδα προς τους εταίρους της είναι αυτή μιας χώρας που αντιδρά καθυστερημένα, χωρίς σχέδιο, χωρίς ενιαία γραμμή και – το χειρότερο – χωρίς ξεκάθαρη πολιτική βούληση. Το πολιτικό κενό καλύπτεται πλέον από άλλους. Και όσο η Τουρκία ενισχύει τον ρόλο της στα ευρωπαϊκά και διεθνή φόρα, η Ελλάδα κινδυνεύει να περιοριστεί στον ρόλο του «διαμαρτυρόμενου παρατηρητή» – έναν ρόλο που, εν τέλει, δεν ακούγεται καν.

Ετικέτες: