Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

Ισπανικό black out: Όταν η «πράσινη μετάβαση» έπεσε στο σκοτάδι

Μόλις έξι ημέρες μετά τους θριαμβικούς τόνους για το «πλήρως πράσινο» ενεργειακό της μέλλον, η Ισπανία βρέθηκε βυθισμένη στο σκοτάδι. Το μεγαλύτερο black out στην ιστορία της χώρας, που παρέσυρε μαζί του την Πορτογαλία, επηρέασε τμήματα της Γαλλίας και του Βελγίου, ανέδειξε με τρόπο εκκωφαντικό τα αδιέξοδα ενός ενεργειακού σχεδιασμού που στηρίχθηκε περισσότερο στην εικόνα και λιγότερο στην τεχνική επάρκεια. Το σύστημα κατέρρευσε, προκαλώντας διεθνές σοκ, σε μια συγκυρία που υποτίθεται πως η Ισπανία είχε κατακτήσει ενεργειακή «ανεξαρτησία» βασισμένη σχεδόν αποκλειστικά σε ΑΠΕ. Η πραγματικότητα, ωστόσο, αποδείχθηκε πολύ λιγότερο ρομαντική.

Οι αρμόδιες ισπανικές αρχές, σχεδόν αντανακλαστικά, έσπευσαν να αποδώσουν το φαινόμενο σε «σπάνιο ατμοσφαιρικό παροξυσμό», με επίσημη εξήγηση ότι ασυνήθιστες καιρικές συνθήκες προκάλεσαν αστάθεια στις γραμμές υψηλής τάσης. Η αίσθηση, όμως, για όσους γνωρίζουν τα θεμέλια του ευρωπαϊκού ηλεκτρικού συστήματος, ήταν διαφορετική: ένα ολόκληρο δίκτυο, στηριγμένο σε τεχνολογίες χωρίς αδράνεια και χωρίς σοβαρές εφεδρείες, δεν άντεξε σε έναν συνηθισμένο, φυσικό κλυδωνισμό.

Η κατάρρευση έγινε μέσα σε λίγα λεπτά και έφερε στο φως ένα από τα πιο προβληματικά σημεία της πράσινης μετάβασης: την αντικατάσταση των σταθερών, περιστρεφόμενων μονάδων παραγωγής –όπως οι πυρηνικοί σταθμοί και οι θερμικές μονάδες φυσικού αερίου– με διακοπτόμενες πηγές ενέργειας, όπως τα φωτοβολταϊκά και οι ανεμογεννήτριες, χωρίς επαρκή μέριμνα για αποθήκευση ή υβριδικά μοντέλα στήριξης.

Ειδικοί είχαν προειδοποιήσει εδώ και χρόνια για τους κινδύνους αυτής της επιλογής. Η αδράνεια που παρέχουν οι συμβατικές μονάδες είναι κρίσιμη για τη σταθερότητα του δικτύου, λειτουργώντας σαν ρυθμιστικά βάρη που απορροφούν διακυμάνσεις. Χωρίς αυτές, το σύστημα καθίσταται πιο ευαίσθητο, με ταχύτερες αντιδράσεις σε αλλαγές φορτίου ή προσφοράς, και πιο επιρρεπές σε αλυσιδωτές αστοχίες.

Η Ισπανία, όμως, ακολούθησε το πολιτικά επιθυμητό μονοπάτι: έκλεισε τους λιγνιτικούς σταθμούς, περιόρισε τις μονάδες φυσικού αερίου, αποφάσισε την οριστική απόσυρση των πυρηνικών εργοστασίων και, παρά τις τεχνικές ενστάσεις, συνέχισε να πανηγυρίζει κάθε φορά που η ηλιακή παραγωγή του μεσημεριού ξεπερνούσε τη ζήτηση και προκαλούσε αρνητικές τιμές στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Όμως η επάρκεια δεν είναι αριθμητικό θέμα. Είναι θέμα συγχρονισμού, ελέγχου και φυσικής αδράνειας.

Το μεσημέρι της Δευτέρας 28 Απριλίου, στις 12:30 ώρα Ισπανίας, η ηλιακή και αιολική παραγωγή αντιστοιχούσε στο 78% του ενεργειακού μείγματος. Οι πυρηνικές μονάδες συμμετείχαν μόλις με 11,5%, η συμπαραγωγή με 5% και το φυσικό αέριο –ουσιαστικά η τελευταία ενεργή μορφή περιστρεφόμενης εφεδρείας– με μόλις 3%. Λιγότερο από 1 GW πραγματικής, άμεσης ισχύος από φυσικό αέριο στήριζε ολόκληρο το φορτίο. Πέντε λεπτά αργότερα, το σύστημα είχε καταρρεύσει.

Η κατάρρευση, ωστόσο, δεν περιορίστηκε στην Ισπανία. Ανάγκασε την Πορτογαλία να ενεργοποιήσει μηχανισμούς έκτακτης ανάγκης, επηρέασε το βελγικό δίκτυο και προκάλεσε μεταβολές και στη νότια Γαλλία. Η Γαλλία, χάρη στην υψηλή συμμετοχή πυρηνικής ενέργειας, κατάφερε να παραμείνει λειτουργική και να διασώσει μέρη της Ιβηρικής από απόλυτο μπλακάουτ. Η Βρετανία, αν και δεν επηρεάστηκε άμεσα, ανέφερε σημαντικές καθυστερήσεις σε πτήσεις και επικοινωνίες. Όλα αυτά φανέρωσαν πως το πρόβλημα δεν ήταν τοπικό, αλλά αφορούσε την αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού ενεργειακού μοντέλου.

Η συγκεκριμένη κρίση ήταν το πρώτο μαζικό «κρασάρισμα» της Ευρώπης του Net Zero. Της Ευρώπης που επί χρόνια εστίασε στην ταχεία μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές χωρίς να εξασφαλίσει την απαραίτητη τεχνική υποδομή. Όταν οι πολιτικές αποφάσεις βασίζονται στην επικοινωνία, στη χρηματοδότηση από τις Βρυξέλλες και στην πίεση των περιβαλλοντικών οργανώσεων –παρακάμπτοντας την τεχνική πραγματικότητα και τις προβλέψεις των μηχανικών– τότε η αποτυχία γίνεται αναπόφευκτη.

Η Ισπανία, την ώρα της κρίσης, έτρεχε απεγνωσμένα να επανεκκινήσει μονάδες που είχαν απαξιωθεί επί σειρά ετών, προτού πέσει ο ήλιος και καταρρεύσει κάθε υπόλοιπη μορφή τροφοδοσίας. Το οξύμωρο δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφές: οι ίδιοι που πριν λίγες μέρες πανηγύριζαν για την επίτευξη «100% πράσινης ενέργειας», τώρα καλούν τους πολίτες να περιορίσουν την κατανάλωση, να μην φορτίζουν κινητά, να αποφεύγουν τις τραπεζικές συναλλαγές και να μετακινούνται μόνο εφόσον είναι απολύτως απαραίτητο.

Η πράσινη μετάβαση δεν είναι ιδεολογική δήλωση, ούτε hashtag. Είναι μηχανική. Είναι σχεδιασμός, προσομοιώσεις, υποδομές και κυρίως σεβασμός στη φυσική που διέπει τα ηλεκτρικά συστήματα. Οι πολιτικοί ηγέτες επέλεξαν να αγνοήσουν τις τεχνικές προειδοποιήσεις που είχαν ήδη δημοσιευτεί από το 2017. Παρά τις δεσμεύσεις για αξιόπιστο, φθηνό και βιώσιμο ρεύμα, η Ισπανία κατέληξε να εξαρτάται ακριβώς από εκείνες τις τεχνολογίες –πυρηνικά και φυσικό αέριο– που επί χρόνια ήθελε να εξαλείψει. Και το έκανε χωρίς πρώτα να εξασφαλίσει ότι μπορεί να τις αντικαταστήσει με κάτι εξίσου σταθερό.

Η κατάρρευση του ισπανικού δικτύου δεν ήταν απλώς μια τεχνική δυσλειτουργία. Ήταν το αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών που επέλεξαν την ευκολία της εικόνας από τη δυσκολία της ευθύνης. Δεν ήταν έκπληξη. Ήταν η φυσική συνέπεια ενός ενεργειακού σχεδίου που έχτισε την ευρωπαϊκή «πράσινη ουτοπία» σε θεμέλια χωρίς συνοχή και χωρίς σταθερότητα. Και τελικά, όσα συστήματα δεν στηρίζονται στην πραγματικότητα, καταλήγουν να την πληρώνουν με σκοτάδι.

Ετικέτες: