Σήμερα Γιορτάζουν:

ΜΕΛΑΝΗ

17 Νοεμβρίου 2025

Σχέδιο κυβέρνησης ειδικού σκοπού πριν την προεδρία της ΕΕ

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως συχνά επισημαίνουν συνεργάτες και πολιτικοί αναλυτές, δεν είναι από εκείνους που κινούνται με αυθορμητισμό. Κάθε του δήλωση, κάθε κίνηση, κάθε επιλογή έχει σχεδιαστεί προσεκτικά, με γνώμονα τόσο το πολιτικό αποτέλεσμα όσο και την επίδραση στους συγκεκριμένους αποδέκτες που θέλει να προσεγγίσει.

Γι’ αυτό και όσα είπε στους βουλευτές του, στο εντευκτήριο της Βουλής, πριν από λίγες ημέρες, δεν ήταν απλώς μια στιγμή ειλικρινούς συνομιλίας ή αυθόρμητου σχολίου, αλλά προϊόν μελετημένου σχεδίου.

Αντικείμενο της ομιλίας του ήταν το θέμα των εκλογών και η στρατηγική της κυβέρνησης απέναντι στη σημερινή αντιπολίτευση. Όπως τόνισε ο ίδιος, «Η δική μας βελόνα δεν έχει κινηθεί τον τελευταίο χρόνο, κάτι που δεν το θεωρώ κατ’ ανάγκην κακό. Εμάς μας ενδιαφέρουν τα του οίκου μας».

Με αυτή τη φράση ο πρωθυπουργός επιχειρούσε να στείλει πολλαπλά μηνύματα: πρώτον, ότι η κυβέρνηση παραμένει σταθερή και συνεπής στον προγραμματισμό της, και δεύτερον, ότι η αντιπολίτευση – με έμφαση στο ΠΑΣΟΚ – φαίνεται να χάνει έδαφος, καθώς «η βελόνα πάει προς τα κάτω».

Όσο για το ζήτημα του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπήρξε ξεκάθαρος: οι εκλογές θα γίνουν την άνοιξη του 2027. Δεν προσδιόρισε ακριβώς τον μήνα, αφήνοντας όμως ανοικτό το περιθώριο για την ερμηνεία ότι το πιθανότερο είναι να διεξαχθούν γύρω στον Απρίλιο, με απώτατη ημερομηνία τη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα (την Κυριακή των Βαΐων, 25 Απριλίου 2027).

Σημείωσε δε ότι ο Μάρτιος αποκλείεται, υπενθυμίζοντας ότι το Πάσχα του 2027 πέφτει στις 2 Μαΐου, στοιχείο που θα μπορούσε να επηρεάσει τυχόν σενάρια επαναληπτικών εκλογών, εάν δεν υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση.

Το σενάριο που φαίνεται να εξετάζει η κυβέρνηση είναι η διεξαγωγή των πρώτων εκλογών εντός των προγραμματισμένων ημερομηνιών και, σε περίπτωση ανάγκης επαναληπτικών εκλογών, αυτές να διεξαχθούν μέσα σε 21 ημέρες το αργότερο μετά την πρώτη, πιθανότατα με υπηρεσιακή κυβέρνηση που θα οριστεί από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κ. Τασούλα. Ένα από τα βασικά κίνητρα του πρωθυπουργού για αυτόν τον χρονισμό είναι η προετοιμασία της χώρας για την ανάληψη της προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Ιούλιο του 2027.

Στο μυαλό του Μητσοτάκη, όσο πιο περιορισμένος είναι ο χρόνος μέχρι την ανάληψη της προεδρίας, τόσο μεγαλύτερη η πίεση στα κόμματα, κυρίως στο ΠΑΣΟΚ, να συμβάλουν στη συγκρότηση μιας κυβέρνησης συνεργασίας ή ειδικού σκοπού σε περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού αυτοδύναμης.

Στο πλαίσιο αυτό, η στρατηγική Μητσοτάκη μοιάζει να συνδυάζει δύο βασικά στοιχεία: την πολιτική σταθερότητα και την εκλογική τακτική. Από τη μία επιχειρεί να καθησυχάσει τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι ενδεχομένως να μην επανεκλεγούν, δίνοντας σαφή σήματα ότι δεν αναμένονται πρόωρες εκλογές.

Από την άλλη, επιχειρεί να στήσει ένα εκλογικό πλαίσιο και ένα «προεκλογικό σκηνικό» που θα ευνοεί τη στρατηγική του κόμματος, ακόμη και εντός της περιόδου των θρησκευτικών εορτών, με έμφαση στη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα – κίνηση που πιθανόν θα προκαλέσει αντιδράσεις από την Ιεραρχία, η οποία παραδοσιακά αποφεύγει την ανάμειξη της θρησκευτικής περιόδου σε έντονη πολιτική αντιπαράθεση.

Η ουσία, όμως, βρίσκεται στο γεγονός ότι όλα τα σχέδια και τα σενάρια παραμένουν υπό την απόλυτη εξουσία του κυρίαρχου λαού. Στο τέλος της ημέρας, οι πολίτες θα αποφασίσουν ποιος θα κυβερνήσει και με ποιον τρόπο, καθιστώντας οποιαδήποτε στρατηγική δευτερεύουσα μπροστά στη βούληση του εκλογικού σώματος.

Κανένα σενάριο, καμία προετοιμασία δεν μπορεί να υπερκεράσει την εκλογική επιλογή του κόσμου. Όπως λέει και το γνωστό ρητό, «όταν οι άνθρωποι σχεδιάζουν, οι θεοί χαμογελούν» – υπενθύμιση ότι η πολιτική πραγματικότητα συχνά υπερβαίνει ακόμη και τους πιο προσεκτικά μελετημένους σχεδιασμούς.

Με άλλα λόγια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στήνει τα «πλαίσια» των εκλογών, καθορίζει τις ημερομηνίες, υπολογίζει τις πιέσεις και διαχειρίζεται την επικοινωνία, αλλά η τελική εικόνα θα διαμορφωθεί από την ψήφο του λαού. Η κυβέρνηση επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο πολιτικό τακτικό πλεονέκτημα και τη διασφάλιση της εθνικής εικόνας εν όψει της Ευρωπαϊκής Προεδρίας, αφήνοντας, ταυτόχρονα, το πεδίο ανοιχτό σε σενάρια επαναληπτικών εκλογών που θα καθοριστούν από τα αποτελέσματα των πρώτων.

Το παιχνίδι της ημερομηνίας, της στρατηγικής και της επικοινωνίας είναι λεπτό και καλά μελετημένο, αλλά πάντα υπό τον αστάθμητο παράγοντα του εκλογικού σώματος – αυτόν που τελικά αποφασίζει ποιος θα οδηγήσει τη χώρα προς το μέλλον.

Ετικέτες: