Στη μέση της ευρωπαϊκής κλίμακας η Ελλάδα για την κρατική παρέμβαση στις καταναλωτικές επιλογές
Η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 16η θέση ανάμεσα σε 30 ευρωπαϊκές χώρες στον Δείκτη Παρεμβατικού Κράτους 2025, σύμφωνα με τα ευρήματα της νέας έκθεσης που δημοσιεύεται ανά διετία από το ευρωπαϊκό δίκτυο EPICENTER, σε συνεργασία με ανεξάρτητους οργανισμούς όπως το ελληνικό Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ). Η έκθεση αξιολογεί τον βαθμό παρέμβασης κάθε κράτους στις προσωπικές επιλογές των πολιτών, εστιάζοντας κυρίως σε προϊόντα όπως τα τρόφιμα, τα αλκοολούχα ποτά, τα παραδοσιακά και εναλλακτικά καπνικά (όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα προϊόντα άτμισης).
Με βαθμολογία 21,4 στα 100, η Ελλάδα τοποθετείται στο μέσο της κατάταξης, αποτυπώνοντας μια ισορροπημένη προσέγγιση: δεν ανήκει ούτε στις χώρες με έντονη ρύθμιση και περιορισμούς, αλλά ούτε και σε εκείνες με πλήρως φιλελεύθερες πολιτικές. Η ελαφρά πτώση δύο θέσεων σε σύγκριση με το 2023 δεν οφείλεται σε σκλήρυνση της εγχώριας νομοθεσίας, αλλά στη μετατόπιση άλλων χωρών προς πιο φιλελεύθερες ρυθμίσεις, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό στον δείκτη. Η έκθεση επισημαίνει ότι ο Δείκτης Παρεμβατικού Κράτους λειτουργεί ως εργαλείο αποτύπωσης του πώς τα κράτη ισορροπούν μεταξύ δημόσιας πολιτικής και ατομικής ελευθερίας στην καθημερινή κατανάλωση.

Η Ελλάδα εμφανίζει διαφοροποιημένες επιδόσεις στους τέσσερις βασικούς τομείς πολιτικής που αξιολογεί ο Δείκτης Παρεμβατικού Κράτους 2025, επιβεβαιώνοντας τη γενική εικόνα ενός ρυθμιστικού πλαισίου που κινείται χωρίς ακραίες αποκλίσεις – ούτε προς την υπερρύθμιση ούτε προς την πλήρη απελευθέρωση.
Συγκεκριμένα, η χώρα κατατάσσεται 8η πιο αυστηρή στην Ευρώπη στον τομέα του καπνού, γεγονός που αποδίδεται σε περιορισμούς στη διαφήμιση, απαγορεύσεις κατανάλωσης σε δημόσιους χώρους και υψηλή φορολόγηση των προϊόντων καπνού. Παρόμοια είναι η εικόνα και για τα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης – όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα προϊόντα άτμισης – όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην 11η θέση, εφαρμόζοντας και εδώ αυστηρά ρυθμιστικά μέτρα.
Αντίθετα, στον τομέα του αλκοόλ η θέση της χώρας είναι η 19η, καταδεικνύοντας μια πιο ήπια προσέγγιση στη ρύθμιση της κατανάλωσης και εμπορίας αλκοολούχων ποτών. Τέλος, στην κατηγορία των τροφίμων και των αναψυκτικών, η Ελλάδα κατατάσσεται στις πιο φιλελεύθερες χώρες, με ελάχιστους περιορισμούς ή ειδικούς φόρους, γεγονός που τη διαφοροποιεί έντονα από τις χώρες που ακολουθούν πιο παρεμβατικές πολιτικές σε θέματα διατροφής.
Η συνολική εικόνα της χώρας στον δείκτη υποδηλώνει ένα μοντέλο ρύθμισης που επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ δημόσιας υγείας και ατομικών ελευθεριών, επιλέγοντας στοχευμένες παρεμβάσεις εκεί όπου θεωρείται απαραίτητο, χωρίς να υιοθετεί καθολικά αυστηρές ή πλήρως απελευθερωμένες πολιτικές.
Ένα από τα πιο καίρια συμπεράσματα της έκθεσης του Δείκτη Παρεμβατικού Κράτους 2025 είναι ότι η αυστηρότητα των κρατικών ρυθμίσεων σε προϊόντα όπως ο καπνός, το αλκοόλ, τα τρόφιμα και τα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης δεν συνδέεται απαραίτητα με βελτιωμένους δείκτες υγείας ή υψηλότερο προσδόκιμο ζωής. Παρά τους περιορισμούς, τις απαγορεύσεις και τις φορολογικές επιβαρύνσεις που επιβάλλουν αρκετές χώρες, τα στοιχεία της μελέτης δεν καταδεικνύουν άμεσο ή σταθερό θετικό αποτέλεσμα στην υγεία του πληθυσμού.
Αντιθέτως, αυτό που φαίνεται να παίζει πολύ πιο καθοριστικό ρόλο είναι η οικονομική ευημερία. Οι χώρες με υψηλότερα επίπεδα εισοδήματος και καλύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες εμφανίζουν συστηματικά καλύτερους δείκτες υγείας, ανεξαρτήτως του βαθμού κρατικής παρέμβασης στις προσωπικές καταναλωτικές επιλογές. Το εύρημα αυτό ενισχύει την άποψη ότι η πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευση, επαρκή διατροφή και σταθερό εισόδημα έχει πιο ουσιαστικό αντίκτυπο στην υγεία των πολιτών απ’ ό,τι οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις πάνω στην κατανάλωση συγκεκριμένων προϊόντων.
Η έκθεση του Δείκτη Παρεμβατικού Κράτους 2025 δεν περιορίζεται μόνο στη μέτρηση της αυστηρότητας των πολιτικών, αλλά αναδεικνύει και τους πιθανούς κινδύνους που προκύπτουν από υπερβολικά παρεμβατικές πρακτικές. Όπως σημειώνουν οι συντάκτες της μελέτης, η αυστηρή ρύθμιση σε προϊόντα όπως το αλκοόλ, ο καπνός και τα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης δεν είναι απλώς αναποτελεσματική σε όρους δημόσιας υγείας — μπορεί να φέρει και απτά αρνητικά αποτελέσματα.
Πρώτον, δημιουργεί εμπόδια στην καινοτομία, ιδιαίτερα στον τομέα των προϊόντων μειωμένου κινδύνου, όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα προϊόντα άτμισης. Η αυστηρή ή ασαφής ρύθμιση αυτών των νέων τεχνολογιών μπορεί να αποτρέψει επενδύσεις και να περιορίσει την ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων που, σε ορισμένες περιπτώσεις, θα μπορούσαν να συμβάλουν στη μείωση της βλάβης.
Δεύτερον, οι πολιτικές αυτές επιβαρύνουν σημαντικά τη διοίκηση και τις επιχειρήσεις. Ο αυξημένος γραφειοκρατικός όγκος, οι απαιτήσεις συμμόρφωσης και οι πολύπλοκες διαδικασίες οδηγούν σε καθυστερήσεις, αυξάνουν το κόστος λειτουργίας και μειώνουν την ανταγωνιστικότητα, ιδιαίτερα για μικρότερες επιχειρήσεις.
Τρίτον, η υπερβολική φορολόγηση προϊόντων καθημερινής κατανάλωσης μπορεί να επιβαρύνει οικονομικά τους καταναλωτές, χωρίς να προσφέρει ουσιαστικά ανταποδοτικά οφέλη στην υγεία του πληθυσμού. Αντί να βελτιώνει την ποιότητα ζωής, ενδέχεται να εντείνει κοινωνικές ανισότητες και να οδηγήσει σε αναποτελεσματική κατανομή πόρων.
Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η αποτελεσματική δημόσια πολιτική δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά σε απαγορεύσεις και περιορισμούς. Η εξισορρόπηση μεταξύ ελευθερίας, καινοτομίας και υπεύθυνης ρύθμισης αποτελεί βασικό ζητούμενο για κάθε σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.
Ο Γενικός Διευθυντής του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ), Νίκος Ρώμπαπας, επισημαίνει την ανάγκη για μια πιο ισορροπημένη και στοχευμένη προσέγγιση στη ρύθμιση προϊόντων όπως το αλκοόλ, ο καπνός, τα τρόφιμα και τα εναλλακτικά προϊόντα νικοτίνης. Όπως δήλωσε, η δημόσια πολιτική οφείλει να εξισορροπεί την ανάγκη προστασίας της υγείας με τον σεβασμό της προσωπικής αυτονομίας και των ελευθεριών των πολιτών.
Αναφερόμενος στα ευρήματα της έκθεσης, ο Ρώμπαπας τόνισε ότι οι αυστηροί περιορισμοί και η υψηλή φορολογία συχνά δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα οφέλη, ενώ παράλληλα δημιουργούν εμπόδια για την καινοτομία και οικονομική επιβάρυνση για τους καταναλωτές. Αντί γι’ αυτό, προτείνει τη χρήση πιο ευέλικτων εργαλείων πολιτικής, όπως η διαφοροποιημένη φορολόγηση βάσει του βαθμού επικινδυνότητας κάθε προϊόντος και η ενίσχυση της αξιόπιστης πληροφόρησης προς τους πολίτες.
Κατά τον ίδιο, τέτοιες λύσεις όχι μόνο είναι πιο αποτελεσματικές, αλλά αποφεύγουν και το ηθικό δίλημμα του να επιβάλλεται στους ανθρώπους τι είναι «σωστό» για την υγεία τους μέσω κρατικής επιβολής, προκρίνοντας έναν πιο υπεύθυνο και ενημερωμένο καταναλωτή αντί ενός ελεγχόμενου πολίτη.
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Πιο Πρόσφατα
Σκιές πολέμου στο κατώφλι του 2026
Θα πούμε το νερό νεράκι επί Κυριάκου Μητσοτάκη