Τι δεν είπαν οι φαρμακοβιομηχανίες σε χιλιάδες εθελοντές που συμμετείχαν σε δοκιμές φαρμάκων κατά του Αλτσχάιμερ
Μέχρι το 2021, σχεδόν 2.000 εθελοντές είχαν ανταποκριθεί στην πρόσκληση να δοκιμάσουν ένα πειραματικό φάρμακο για το Αλτσχάιμερ, γνωστό ως BAN2401. Για την φαρμακευτική εταιρεία Eisai, η δοκιμή ήταν μια απροσδόκητη τύχη, δυνητικά δισεκατομμυρίων δολαρίων, για την καταπολέμηση μιας ασθένειας που έχει προκαλέσει τρομερή πίεση στους ερευνητές για περισσότερο από έναν αιώνα.
Από τους Walt Bogdanich και Carson Kessler για τους New York Times
Για να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του φαρμάκου, η Eisai προσπάθησε να συμπεριλάβει άτομα των οποίων το γενετικό προφίλ τα έκανε ιδιαίτερα επιρρεπή να αναπτύξουν Alzheimer. Αλλά αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι ήταν επίσης πιο ευάλωτοι σε εγκεφαλικές αιμορραγίες ή οιδήματα εάν λάμβαναν το φάρμακο.
Για να εντοπίσει αυτούς τους εθελοντές υψηλού κινδύνου, η Eisai είπε σε όλους ότι θα τους υποβάλει σε γενετικά τεστ. Αλλά τα αποτελέσματα, πρόσθεσε η εταιρεία, θα παρέμεναν μυστικά.
Συνολικά, 274 εθελοντές συμμετείχαν στη δοκιμή χωρίς η Eisai να τους πει ότι διέτρεχαν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο για εγκεφαλικές βλάβες, σύμφωνα με έγγραφα που ήρθαν στην κατοχή των New York Times.
Μία από αυτές ήταν η Genevieve Lane, μια 79χρονη κάτοικος των Villages στη Φλόριντα που πέθανε τον Σεπτέμβριο του 2022 μετά από τρεις δόσεις του φαρμάκου, με τον εγκέφαλό της να είναι γεμάτος με 51 μικροαιμορραγίες. Η αυτοψία διαπίστωσε ότι οι παρενέργειες του φαρμάκου είχαν συμβάλει στον θάνατό της. Στις τελευταίες της ώρες ήταν τόσο βίαιη που οι νοσοκόμες αναγκάστηκαν να τη δέσουν.
Μία άλλη εθελόντρια υψηλού κινδύνου πέθανε και περισσότεροι από 100 άλλοι υπέστησαν εγκεφαλικές αιμορραγίες ή οιδήματα. Ενώ οι περισσότεροι από αυτούς τους τραυματισμούς ήταν ήπιοι και ασυμπτωματικοί, ορισμένοι ήταν σοβαροί και απειλητικοί για τη ζωή.
«Αυτό είναι ένα φάρμακο που έχει κάποιες σημαντικές παρενέργειες και πρέπει να τις γνωρίζουμε», είπε ο Dr. Matthew Schrag, νευρολόγος του Πανεπιστημίου Βάντερμπιτ που βοήθησε στην αυτοψία της Lane.
Στις αρχές του περασμένου έτους, η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ ενέκρινε το φάρμακο για το Alzheimer της Eisai, που διατίθεται στο εμπόριο ως Leqembi, λέγοντας ότι (έστω και αυτό) το μέτριο όφελος του -μια ελαφρά επιβράδυνση της γνωστικής έκπτωσης για λίγους μήνες- αντισταθμίζει τους κινδύνους του.
Τον περασμένο Ιούλιο, ο οργανισμός ενέκρινε ένα δεύτερο, παρόμοιο φάρμακο, το Kisunla. Σε μια κλινική δοκιμή, η κατασκευάστρια του, Eli Lilly, επέλεξε επίσης να μην πει σε 289 εθελοντές ότι τα γενετικά τους προφίλ τους έκαναν ευάλωτους σε εγκεφαλικές βλάβες, διαπίστωσαν οι Times. Δεκάδες βίωσαν αυτό που η Lilly ταξινόμησε ως «σοβαρή» εγκεφαλική αιμορραγία.
Οι δοκιμές φαρμάκων έχουν σχεδιαστεί, εν μέρει, για να ρίχνουν φως στους κινδύνους, γι’ αυτό οι εθελοντές ενημερώνονται συστηματικά για αυτούς προτού συμμετάσχουν.
Και στις δύο δοκιμές, Leqembi και Kisunla, οι εθελοντές έπρεπε πρώτα να υπογράψουν έντυπα συγκατάθεσης που έλεγαν ότι τα άτομα με συγκεκριμένα γενετικά προφίλ αντιμετώπιζαν μεγαλύτερο κίνδυνο εγκεφαλικών βλαβών από τη λήψη των φαρμάκων και ότι οι συμμετέχοντες θα υποβάλλονταν σε τεστ για αυτά -αλλά ότι δεν θα τους έλεγαν τα αποτελέσματα.
Οι ειδικοί και οι ερευνητές της νόσου του Alzheimer εξέφρασαν έκπληξη όταν οι Times τους ενημέρωσαν για αυτές τις διατάξεις περί απορρήτου. Οι εταιρείες, είπαν, είχαν υπονομεύσει την αρχή της ενημερωμένης συναίνεσης.
Ο George Perry, συντάκτης του Journal of Alzheimer’s Disease, αποκάλεσε την απόφαση να μην αποκαλυφθούν τα γενετικά αποτελέσματα «σίγουρα ανησυχητική» και «αντιδεοντολογική». «Πρέπει να ρωτήσετε τους ασθενείς εάν θέλουν να το μάθουν, και τότε θα μπορούσε να μην φανερωθεί (το αποτέλεσμα). Αυτό θα ήταν μέρος μιας ενημερωμένης συγκατάθεσης».
Ο Dr. Perry πρόσθεσε, όπως και αρκετοί άλλοι ειδικοί, ότι δεν γνωρίζει παρόμοιες διατάξεις περί μη αποκάλυψης σε άλλες πρόσφατες δοκιμές φαρμάκων.
Οι διατάξεις περί απορρήτου, που δεν είχαν αναφερθεί προηγουμένως, ήρθαν στο φως καθώς οι Times διερεύνησαν το πώς η μακρά, εξοργιστική και εξαιρετικά δαπανηρή αναζήτηση για μια αποτελεσματική θεραπεία για το Alzheimer οδήγησε στον έλεγχο και την έγκριση του Leqembi (και στη συνέχεια του Kisunla).
Οι δημοσιογράφοι εξέτασαν κλινικές δοκιμές, αρχεία ασθενών και αναφορές τραυματισμών και πήραν συνεντεύξεις από ερευνητές, νευρολόγους, συμμετέχοντες στη δοκιμή, οικογένειες ασθενών με Alzheimer, εκπροσώπους της φαρμακευτικής βιομηχανίας και αξιωματούχους του FDA..
Τα Leqembi και Kisunla επιδιώκουν να αφαιρέσουν μια κακοσχηματισμένη πρωτεΐνη που ονομάζεται βήτα αμυλοειδές (beta amyloid), η οποία σχηματίζει μια πλάκα στον εγκέφαλο ασθενών με Alzheimer. Σε μεγάλο βαθμό τα φάρμακα έχουν πετύχει, κάτι που αποτελεί ένα αξιόλογο επιστημονικό επίτευγμα.
Ωστόσο, δεν αναστέλλουν τη γνωστική έκπτωση ούτε αναστρέφουν την εγκεφαλική βλάβη. Το Leqembi επιβραδύνει την πτώση για περίπου πέντε μήνες, ενώ το Kisunla επιτυγχάνει μια ελαφρώς μεγαλύτερη καθυστέρηση.
Τα στοιχεία του περιορισμένου οφέλους τους συνέβαλαν στην αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι η κυρίαρχη θεωρία του Alzheimer, ότι οι κολλώδεις ζώνες αμυλοειδούς πυροδοτούν έναν καταρράκτη τοξικών γεγονότων που οδηγούν στην ασθένεια, είναι στην καλύτερη περίπτωση ελλιπής και ίσως απλώς λανθασμένη.
Ταυτόχρονα, πολλοί ειδικοί για τη νόσο του Alzheimer ανησυχούν ότι οι κίνδυνοι των νέων φαρμάκων δεν έχουν εκτιμηθεί πλήρως ούτε -επίσης- κατανοηθεί πλήρως, ειδικά όταν τίθενται σε αντίθεση με το μέτριο όφελος τους.
«Οι άνθρωποι που είναι υπεύθυνοι για την κλινική δοκιμή δεν έχουν καταλάβει τη σοβαρότητα της τοξικότητας» του Leqembi, δήλωσε ο Dr. Rudolph J. Castellani, καθηγητής παθολογίας στην Ιατρική Σχολή Φάινμπεργκ του πανεπιστημίου Νορθουέστερν στο Σικάγο. Ο Dr. Castellani πραγματοποίησε αυτοψία στην Jean Terrien, μία άλλη εθελόντρια υψηλού κινδύνου που πέθανε κατά τη διάρκεια της δοκιμής Leqembi.
An Alzheimer’s drug trial raised ethical concerns after some participants were unaware of their genetic risk for brain injuries. Dr. Rudolph Castellani discussed the implications with @nytimes, following his autopsy of a trial participant.
— Mesulam Center at Northwestern (@NUMesulamCenter) October 24, 2024
Read more: https://t.co/4wHZZBZMv1 pic.twitter.com/0MdeL1Aa6S
Τον Ιούλιο, η ρυθμιστική αρχή φαρμάκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνέστησε να μην εγκριθεί το Leqembi, το οποίο διατίθεται από κοινού στην αγορά από την Biogen. Την περασμένη εβδομάδα, η ρυθμιστική αρχή της Αυστραλίας αρνήθηκε επίσης να εγκρίνει το φάρμακο. Και οι δύο υπηρεσίες δήλωσαν ότι η προσωρινή καθυστέρηση της γνωστικής έκπτωσης του φαρμάκου δεν αντιστάθμισε τους κινδύνους για την ασφάλεια. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε παρόμοιο συμπέρασμα κατέληξε το Institute for Clinical and Economic Review, μια ευρέως χρησιμοποιούμενη ανεξάρτητη ομάδα αναλυτών.
Επιπλέον, μια νέα ανάλυση από εννέα κορυφαίους ερευνητές δείχνει ότι οι ασθενείς που έλαβαν Leqembi και ένα παλαιότερο αντιαμυλοειδές φάρμακο, το Aduhelm, είχαν υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από έναν παρόμοια ηλικιωμένο πληθυσμό ασθενών με Alzheimer που δεν έλαβαν θεραπεία στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η ανησυχία για τους εγκεφαλικούς τραυματισμούς ήταν διάχυτη μετά στα χρόνια δοκιμών φαρμάκων αμυλοειδούς. Το 2010 ο FDA συνέστησε αυστηρότερα πρωτόκολλα για την προστασία των πιο ευάλωτων ατόμων. Αλλά οι ερευνητές απέκρουσαν την άποψη και όταν αντ’ αυτού υποστήριξαν τη διεύρυνση της καταλληλότητας, η ομοσπονδιακή ρυθμιστική αρχή έκανε πίσω.
Για τη μελέτη του Leqembi, η διάταξη περί απορρήτου εγκρίθηκε από ένα θεσμικό συμβούλιο αξιολόγησης (Institutional review board) που διοικείται από μια εταιρεία που υποστηρίζεται από ιδιωτικά κεφάλαια, την Advarra. Σύμφωνα με την ομοσπονδιακή νομοθεσία των ΗΠΑ, τέτοια συμβούλια έχουν την αποστολή να διασφαλίζουν ότι οι συμμετέχοντες στις δοκιμές δεν αντιμετωπίζουν περιττούς κινδύνους και ότι ενημερώνονται για το ρίσκο των μελετών.
Ενώ η δοκιμή του Leqembi βρισκόταν σε εξέλιξη, η Advarra δημοσίευσε ένα διαδικτυακό «φύλλο συμβουλών» που αποκαλούσε την ενημερωμένη συγκατάθεση «μία από τις κεντρικές προστασίες» για εκείνους που θα συμμετείχαν στην έρευνα. Όταν η εταιρεία ρωτήθηκε από τους Times σχετικά με την έγκριση από την Advarra της διάταξης περί απορρήτου στη δοκιμή Leqembi, μία εκπρόσωπος της είπε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει απαντήσεις.
Η Eisai ακύρωσε μια συνέντευξη με τους Times και δεν απάντησε σε επαναλαμβανόμενα μηνύματα εδώ και αρκετούς μήνες, μέσω των οποίων ζητούνταν εξηγήσεις για την απόφασή της να μην αποκαλύψει τα γενετικά ευρήματα.
Αλλά ένας κύριος ερευνητής για τη δοκιμή του φαρμάκου Kisunla, ο Dr. David Weidman, συμφώνησε να συζητήσει για τη διάταξη της Lilly για τη μη αποκάλυψη. Επισήμανε το σημείο της έρευνας που δείχνει ότι οι συμμετέχοντες στη δοκιμή, που είναι ενημερωμένοι για τα γενετικά τους προφίλ, μπορεί να διαστρεβλώνουν τις αυτοαξιολογήσεις τους όσον αφορά την πρόοδο.
Ο Dr. Weidman δεν σχεδίασε ο ίδιος τη δοκιμή, ωστόσο, και είπε ότι εκ των υστέρων πιστεύει ότι οι βιοηθικές ανησυχίες θα μπορούσαν να έχουν παίξει κρίσιμο ρόλο (στις δοκιμές). «Η ηθική πλευρά υπερτερεί της επιστημονικής πλευράς; Προσωπικά, θα έλεγα ότι ισχύει», είπε ο Dr. Weidman, νευρολόγος που συνεργάζεται με το Ινστιτούτο Banner Alzheimer στο Φοίνιξ.
Η Lilly εξέδωσε μια δήλωση λέγοντας ότι έδωσε στους συμμετέχοντες την επιλογή να μάθουν τα γενετικά τους προφίλ, αλλά μόνο μετά το τέλος της δοκιμής. «Η συμβουλή μας ήταν οι συμμετέχοντες να υποθέσουν ότι έχουν τον υψηλότερο κίνδυνο» από την αρχή, είπε ο Dr. John Sims, νευρολόγος της Lilly που επέβλεψε τη μελέτη.
Σε μια μεταγενέστερη μελέτη του φαρμάκου της, ωστόσο, η εταιρεία έδωσε στους εθελοντές την επιλογή να μάθουν τα αποτελέσματα των δοκιμών τους πριν εισέλθουν στη δοκιμή.
Η Eisai, σε δημόσιες δηλώσεις σχετικά με το Leqembi, ανέφερε ευρήματα δοκιμών σύμφωνα με τα οποία το σοβαρό οίδημα του εγκεφάλου και η αιμορραγία είναι σπάνια και ως επί το πλείστον με ασυμπτωματικές παρενέργειες.
Και πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος παρενεργειών είναι ένα μικρό τίμημα σε σχέση με την επιβράδυνση των συμπτωμάτων, έστω και την προσωρινή, μιας καταστροφικής ασθένειας που ταλαιπωρεί σχεδόν επτά εκατομμύρια Αμερικανούς.
«Από τους ανθρώπους αφαιρείται οτιδήποτε μας κάνει ανθρώπους», είπε ο Dr. Howard Fillit, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή Άικαν στο Mount Sinai στη Νέα Υόρκη και εξέχουσα φωνή στην έρευνα για το Alzheimer. «Δεν μπορείτε να ντυθείτε μόνοι σας. Δεν μπορώ να πάω στην τουαλέτα. Ξεχνάτε πώς να περπατάτε. Ξεχνάτε πώς να καταπίνετε. Είναι σαν να έχουμε να κάνουμε με βρέφη σε ενήλικο ανθρώπινο σώμα».

«Η ελπίδα ξεκινά εδώ»
Μεταξύ της περιοχής των αλόγων της Φλόριντα, στα βόρεια και της Disney World στα νότια βρίσκεται ένα κομμάτι γης με δείπνα που ξεκινούν από τις 4 το μεσημέρι και με πλατείες πόλεων που μοιάζουν περισσότερο σαν του Χόλιγουντ παρά αληθινές. Είναι εκεί όπου άνθρωποι προσπαθούν να εξαργυρώσουν τα όνειρά τους πριν πεθάνουν. Για τη φαρμακοβιομηχανία, αυτή η αποικία, το Villages, είναι ένα Τρυβλίο Πέτρι (ένα ρηχό γυάλινο ή πλαστικό κυλινδρικό πιάτο που χρησιμοποιείται από τους βιολόγους και άλλους βιοεπιστήμονες για την καλλιέργεια μικροοργανισμών) με γερασμένα σώματα για μελέτες με την ελπίδα της δημιουργίας μεταμορφωτικών φαρμάκων, με την προοπτική σχεδόν αδιανόητων -σε μέγεθος- κερδών.
Η πρόσληψη ατόμων για δοκιμές με πιθανούς -για την υγεία- κινδύνους απαιτεί δεξιότητα και φαντασία. Η Charter Research διεξάγει δοκιμές φαρμάκων στο Villages για λογαριασμό φαρμακευτικών εταιρειών, εν μέρει αναλαμβάνοντας το ρόλο του συμβούλου, τύπου κατασκήνωσης, οργανώνοντας ένα γεμάτο πρόγραμμα καθημερινών εκδηλώσεων, όλων δωρεάν.
Σε διάστημα τριών εβδομάδων, την περασμένη άνοιξη, η Charter φιλοξένησε 15 προβολές ταινιών πρώτης προβολής στο Villages, καθώς και πάρτι για καφέ και τσάι, με καραόκε, χορό, μίνι γκολφ, παρασκευή πίτσας, αυτοσχεδιαστική κωμωδία («εγγύηση γέλιο») και με μεσημεριανά γεύματα σε ένα μεξικάνικο εστιατόριο, σε ένα μόνο με ψάρια και σε ένα με μπουφέ που μπορούσε να φάει κανείς ότι ήθελε.
Ένα πρωινό, καθώς ένας άνδρας έσπρωχνε με βία το βοηθητικό του πι στους ρυθμούς του «Born to Run» του Bruce Springsteen που ακούγονταν από τα ηχεία στην πλατεία της πόλης Lake Sumter Landing, οι κάτοικοι γέμιζαν ένα θέατρο για την προβολή μιας ταινίας, σε μια εκδήλωση στην οποία θα ακολουθούσε μια συζήτηση για την καταστροφή που προκαλεί το Alzheimer. Την επόμενη μέρα, η Charter διαφήμισε την παρουσία της στην τοπική εφημερίδα, με καταχωρήσεις που ανέφεραν ένα «Νέο τεστ μνήμης στο σπίτι» και «Δωρεάν οθόνες μνήμης».
Η Genevieve Lane είχε έρθει στο Villages το 2014, βρίσκοντας εκεί τη δια βίου φίλη της από το Σικάγο, Vicki Holmes. Μαζί είχαν ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και έζησαν γάμους, βαφτίσια, περιόδους συγκρούσεων μητέρας-κόρης και πέρασαν παρέα στο φάσμα των γηρατειών.
«Πάντα έλεγα: “Genna, θα συνταξιοδοτηθώ και θα βρω κάπου στη Φλόριντα και εσύ θα έρθεις να ζήσεις μαζί μου”», θυμάται η Holmes. «Αυτό ήταν πάντα το σχέδιο, πιθανώς, για 20 χρόνια».
Πριν από τη συνταξιοδότησή της, η Lane ήταν αντιπρόεδρος μιας εταιρείας μεταφορών. Μετά, κατέρρευσε πνευματικά. Όμως η Holmes με χαρά τη βοήθησε όταν ξεκίνησε να «χάνεται», τη βοήθησε να προγραμματίζει τις καθημερινές της δραστηριότητες και την συνόδευε στην αγορά, στο κομμωτήριο και στο μαγαζί περιποίησης νυχιών.
Στη συνέχεια, το 2020, η Lane είδε μια διαφήμιση της Charter που αναζητούσε εθελοντές για μια δοκιμή ενός πειραματικού φαρμάκου για το Alzheimer. Ενθουσιάστηκε. Ίσως η δοκιμή να μπορούσε να βοηθήσει την ίδια και άλλους, ειδικά τα παιδιά της, που κάποια μέρα μπορεί να αναπτύξουν την ασθένεια. Ίσως αυτό το φάρμακο θα μπορούσε να την κάνει λιγότερο απογοητευμένη, πιο ικανή να απολαμβάνει τη ζωή.
Όπως έλεγε η διαφήμιση της Charter: «Η ελπίδα ξεκινά εδώ». Η εταιρεία δεν μπορούσε να υποσχεθεί τη θεραπεία, μόνο την ελπίδα που είχε έρθει με το φάρμακο γνωστό ως BAN2401.

Διαχείριση του κινδύνου
Από τη δεκαετία του 1990, οι ερευνητές της νόσου του Alzheimer είχαν επικεντρωθεί στην απόδειξη της «θεωρίας του καταρράκτη αμυλοειδούς» και στην εύρεση μιας θεραπείας που θα επιτίθεται στην ενοχική πρωτεΐνη. Ωστόσο, σε δοκιμές μετά από δοκιμές, η προσπάθεια αφαίρεσης του αμυλοειδούς προκαλούσε σημαντικές παρενέργειες.
Η πιο επακόλουθη αποτυχία αφορούσε ένα φάρμακο που ονομάζεται bapineuzumab, γνωστό ως bapi. Οι αναλυτές της Wall Street προέβλεπαν ότι οι ετήσιες πωλήσεις θα έφταναν τα 13 δισεκατομμύρια δολάρια, ένα ιατρικό περιοδικό διακήρυττε ότι το μέλλον της έρευνας για το Alzheimer «ίσως και να εξαρτάται από το αποτέλεσμα της μπαπινεουζουμάμπης». Αυτές οι ελπίδες αμβλύνθηκαν το 2008 όταν το bapi βρέθηκε να προκαλεί εγκεφαλικές βλάβες με ελάχιστη ή καθόλου γνωστική βελτίωση στους ασθενείς.
Τα θέματα ασφάλειας του bapi ήταν στο μυαλό των αξιωματούχων του FDA το 2010 όταν οι ερευνητές της νόσου του Alzheimer συγκεντρώθηκαν στη Χονολουλού για το ετήσιο συνέδριό τους. Σε λίγες ώρες, μια αποστολή από την ομοσπονδιακή ρυθμιστική αρχή των ΗΠΑ προκάλεσε δονήσεις στην αίθουσα συνεδριάσεων. Για την καλύτερη προστασία των πιο ευάλωτων ασθενών, το FDA συνέστησε οι μελλοντικές δοκιμές να αποκλείουν εθελοντές με ιστορικό μικροαιμορραγιών, δηλαδή με ρήξεις μικρών αιμοφόρων αγγείων στον εγκέφαλο. Εκείνη την εποχή, άτομα με μία ή δύο προηγούμενες μικροαιμορραγίες γινόντουσαν δεκτά.
Φοβούμενοι ότι αυτή η αλλαγή θα παρεμπόδιζε αδικαιολόγητα τις προσπάθειες για τη μελέτη νέων αμυλοειδών φαρμάκων, μια ad hoc ομάδα εξεχόντων ερευνητών στο συνέδριο, οι περισσότεροι με στενούς δεσμούς με τη φαρμακευτική βιομηχανία, σχεδίασαν μια αντεπίθεση. Ο δρόμος προς τα εμπρός, σκέφτηκαν, θα ήταν η διαχείριση του κινδύνου και όχι η εξάλειψή του.
«Πρέπει να παίρνουμε λιγότερα ρίσκα έναντι της νόσου του Alzheimer», είπε αργότερα ο Dr. Philip Scheltens, μέλος της ομάδας. «Θα πρέπει να δίνουμε προσεκτικά τις δόσεις μέχρι να μας υποδείξουν οι παρενέργειες να σταματήσουμε».
Στο τέλος, στην πραγματικότητα η ομάδα συνέστησε την επέκταση της επιλεξιμότητας για τους ίδιους τους ανθρώπους που η αμερικανική κυβέρνηση ήλπιζε να προστατεύσει. Πλέον, θα επιτρέπονταν τέσσερις μικροαιμορραγίες. Το FDA συμφώνησε, κερδίζοντας επαίνους για την «υποδειγματική» συνεργασία από την χορηγό της συνάντησης της Χονολουλού, την Ένωση Alzheimer, μια ομάδα υπεράσπισης που δέχεται χρηματοδότηση από τη φαρμακευτική βιομηχανία και διοργανώνει μεγάλα συνέδρια.
Η ομάδα της Χονολουλού έκανε ένα άλλο βήμα: Μετονόμασε το όνομα των εγκεφαλικών κακώσεων, εν μέρει για να τις κάνει να ακούγονται λιγότερο τρομακτικές. Αντί για αγγειογενές οίδημα και μικροαιμορραγίες, η πάθηση θα ονομαζόταν τώρα με το οπερατικό όνομα ARIA, ένα ακρωνύμιο της ανωμαλίας απεικόνισης που σχετίζεται με το αμυλοειδές.
Αλλά αν οι νέες κατευθυντήριες γραμμές επέκτειναν ουσιαστικά τη διαδικασία των δοκιμών, έκαναν πολύ λιγότερα προκειμένου η βιομηχανία να αναζητήσει περισσότερες λύσεις. Με την πάροδο του χρόνου, αυτή η αναζήτηση κατανάλωσε πολλά χρήματα από την έρευνα που έγινε πλέον «πολύ μεγάλη για να αποτύχει», είπε ο Dr. Perry, συντάκτης του περιοδικού και ερευνητής για τη νόσο Alzheimer στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Σαν Αντόνιο.
Ο κατασκευαστής φαρμάκων Biogen τελικά τα κατάφερε τον Ιούνιο του 2021, όταν το FDA έδωσε ταχεία έγκριση για το Aduhelm, το πρώτο φάρμακο για τη θεραπεία της υποτιθέμενης βασικής αιτίας του Alzheimer.
Αποδείχθηκε Πύρρειος νίκη. Όπως αναφέρθηκε σε ένα άρθρο στο JAMA, το ιατρικό περιοδικό με μεγάλη επιρροή, η έγκριση του Aduhelm «προκάλεσε σημαντική αντίδραση λόγω των ασαφών στοιχείων για την κλινική αποτελεσματικότητα του φαρμάκου», των σοβαρών αρνητικών επιπτώσεων και μιας διαδικασίας έγκρισης που μια έρευνα του Κογκρέσου ονόμασε «γεμάτη από παρατυπίες» (με τη συρρίκνωση των πωλήσεων, η Biogen απέρριψε το φάρμακο αυτόν τον Ιανουάριο).
Η Eisai, όμως, εναποθήκευε τις ελπίδες της στο Leqembi.

Ασθενείς που αφέθηκαν στο σκοτάδι
Την ίδια χρονιά με το συνέδριο της Χονολουλού, ερευνητές από 19 εταιρείες φαρμάκων, βιοτεχνολογίας και ιατρικής συγκεντρώθηκαν σε ένα ξενοδοχείο στο αεροδρόμιο του Φοίνιξ για μια εξαιρετικά ασυνήθιστη συνάντηση. Αν και ήταν σκληροί ανταγωνιστές, οι επιστήμονες ήθελαν να συνεργαστούν σε στρατηγικές για την έρευνα για το Alzheimer -συγκεκριμένα για το εάν τα φάρμακα κατά των αμυλοειδών θα μπορούσαν να αποτρέψουν τη νόσο σε άτομα που ήταν ακόμα φυσιολογικά ως προς τη γνωστική τους κατάσταση, πριν από την έναρξη της πτώσης.
«Χρειαζόντουσαν πραγματικά ανθρώπους που θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε ασθενείς με γνωστική εξασθένηση ή που να αρχίζουν να αναπτύσσουν συμπτώματα της νόσου σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα», θυμάται η Jessica Langbaum, ανώτερη διευθύντρια στο ινστιτούτο Banner, που φιλοξένησε τη συνάντηση.
Με άλλα λόγια, χρειάζονταν πειραματόζωα με μια παραλλαγή γονιδίου που ονομάζεται APOE4, άτομα με υψηλή γενετική πιθανότητα να αναπτύξουν Alzheimer.
Τα άτομα με δύο αντίγραφα της παραλλαγής του γονιδίου αποτελούν περίπου το 2 έως 3 τοις εκατό του γενικού πληθυσμού και το 15 έως 20 τοις εκατό των ατόμων με Alzheimer. Όσοι έχουν μόνο ένα αντίγραφο αποτελούν περίπου τους μισούς ασθενείς με Alzheimer.
Ένα ερώτημα στο Φοίνιξ ήταν πώς, ή ακόμα και αν, σε αυτά τα άτομα της δοκιμής θα έπρεπε να ειπωθούν τα ζοφερά γενετικά τους προφίλ, σύμφωνα με μια γραπτή, σύγχρονη αφήγηση της συνάντησης.
«Οι ερευνητές δυστυχώς έχουν μια εγγενή σύγκρουση συμφερόντων», είπε ο Dr. Robert Klitzman, διευθυντής του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών Βιοηθικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. «Θέλουν οι άνθρωποι να συμμετέχουν στη μελέτη τους και υπάρχουν ερευνητές που αισθάνονται ότι, “αν πω στους ανθρώπους τα πλήρη γεγονότα και τους κινδύνους, μπορεί να μην θέλουν να συμμετέχουν στη μελέτη”».
Από τη συνάντηση προέκυψε μια γενική συμφωνία σχετικά με τη σημασία της διαφάνειας. Οι συμμετέχοντες στις δοκιμές θα ενημερώνονταν.
Για να αντιμετωπίσουν αυτή την εξέλιξη, θα υποβάλλονταν πρώτα σε γενετική συμβουλευτική. Στη συνέχεια, δύο φαρμακευτικές εταιρείες, η Novartis και η Amgen, δεσμεύτηκαν να συνεργαστούν με την Banner για να δοκιμάσουν ένα πειραματικό φάρμακο. Η δοκιμή έληξε ξαφνικά το 2019, αφού οι συμμετέχοντες παρουσίασαν «επιδείνωση σε ορισμένες μετρήσεις της γνωστικής λειτουργίας», σύμφωνα με τη Novartis.
Η Eisai υιοθέτησε μια διαφορετική προσέγγιση σχετικά με τη μελέτη του φαρμάκου Leqembi.
Στο πρωτόκολλο δοκιμής του, η εταιρεία διευκρίνισε ότι ήθελε οι συμμετέχοντες να βιώνουν ήδη ήπια γνωστική έκπτωση. «Όχι λιγότερο από το 70 τοις εκατό» θα έπρεπε να είχε το γονίδιο APOE4. Οι φορείς ήταν γνωστό ότι αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο εγκεφαλικών τραυματισμών, ειδικά εκείνοι με τα δύο αντίγραφα.
Πριν συμμετάσχουν στη δοκιμή, όλοι οι εθελοντές έπρεπε να υπογράψουν ένα έντυπο συγκατάθεσης. Το έντυπο ανέφερε ότι θα ελεγχθούν για το γενετικό προφίλ τους, κάτι που σήμαινε υψηλότερο κίνδυνο αιμορραγικών ανωμαλιών από το φάρμακο, συμπεριλαμβανομένων των εγκεφαλικών μικροαιμορραγιών και του οιδήματος του εγκεφάλου. Αλλά το έντυπο όριζε ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων ήταν «για ερευνητικούς σκοπούς» και ότι «δεν θα κοινοποιηθούν σε εσάς, σε καμία ασφαλιστική εταιρεία, στον εργοδότη σας, στην οικογένειά σας ή σε οποιονδήποτε άλλο γιατρό που σας περιθάλπει».
Συνολικά, η δοκιμή συμπεριέλαβε 957 άτομα με ένα αντίγραφο του επικίνδυνου γονιδίου και 274 με δύο αντίγραφα.
Ο Dr. Marwan Sabbagh, ένας νευρολόγος που συμβούλεψε την Eisai για το Leqembi, αποκάλεσε την αποκάλυψη γενετικών πληροφοριών «επιδραστικά της μελέτης». «Κάθε μελέτη αποφασίζει να το κάνει λίγο διαφορετικά», είπε.
Αλλά ο Arthur Caplan, κορυφαίος βιοηθικός στην Ιατρική Σχολή Γκρόσμαν του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, είπε ότι οι συμμετέχοντες στη δοκιμή πρέπει να γνωρίζουν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν. «Δεν είναι καν θέμα ηθικής, είναι θέμα κοινής λογικής», είπε αφού οι Times του ανέφεραν για τη ρήτρα μη αποκάλυψης.
Ένα εκπρόσωπος του FDA, ο Jeremy Kahn, δεν απάντησε στις ερωτήσεις των Times σχετικά με την καταλληλότητα της διάταξης περί μη αποκάλυψης, αλλά είπε ότι η υπηρεσία είχε εξετάσει το πρωτόκολλο της δοκιμής και είχε κρίνει ότι ήταν ασφαλές.
Ερωτηθείς γιατί το συμβούλιο θεσμικής αναθεώρησης της Advarra είχε εγκρίνει την απόφαση να κρατήσει τους συμμετέχοντες στο σκοτάδι, μια εκπρόσωπος της εταιρείας, η Mel Johnson, έγραψε: «Φοβάμαι ότι αυτή τη στιγμή δεν θα μπορέσω να δώσω απαντήσεις για αυτό». Αρνήθηκε να εξηγήσει γιατί.
Οι επιτροπές θεσμικής αναθεώρησης (Institutional review board) είναι απόρροια του Εθνικού Νόμου για την Έρευνα του 1974, που ψηφίστηκε ως απάντηση σε παραβιάσεις δεοντολογίας σε κλινικές δοκιμές. Τα συμβούλια υποτίθεται ότι προστατεύουν τα δικαιώματα και την ευημερία των ανθρώπινων υποκειμένων έρευνας.
Αρχικά, οι επιτροπές δεοντολογίας (Institutional review board) που είχαν τις βάσεις τους σε πανεπιστήμια εξέταζαν τις περισσότερες δοκιμές φαρμάκων, αλλά τα τελευταία χρόνια οι φαρμακευτικές εταιρείες βρήκαν πιο αποτελεσματικό να πληρώνουν ένα μόνο συμβούλιο αναθεώρησης για την επίβλεψη δοκιμών σε πολλαπλές τοποθεσίες. Αναγνωρίζοντας ότι θα μπορούσε να υπάρξει κέρδος από τη λειτουργία αυτών των διοικητικών συμβουλίων, εταιρίες επενδυτικών κεφαλαίων ξεκίνησαν να τις αγοράζουν.
Το 2021, μόνο δύο εταιρείες που ελέγχονται από ιδιωτικά κεφάλαια, η Advarra και η WCG, εξέτασαν το 92 τοις εκατό των δοκιμών φαρμάκων που υποβλήθηκαν σε ανεξάρτητες IRBs (Institutional review boards), σύμφωνα με μια έκθεση του Κυβερνητικού Γραφείου Λογοδοσίας πέρυσι. Η έκθεση ανέφερε τις ανησυχίες ορισμένων στον κλάδο ότι «οι IRB (Institutional review board) που υποστηρίζονται από ιδιωτικά κεφάλαια είναι υπόχρεοι στους πελάτες τους» και ως αποτέλεσμα «μπορεί να είναι πιο διατεθειμένοι να εγκρίνουν ένα πρωτόκολλο και να το κάνουν με σκοπιμότητα προκειμένου να ικανοποιήσουν έναν πελάτη».
Η Lane ήταν μεταξύ εκείνων στη δοκιμή του Leqembi που έφεραν δύο αντίγραφα του γονιδίου APOE4. Διέθετε επίσης έναν άλλο παράγοντα κινδύνου, εκείνου για τον οποίο το FDA ανησυχούσε όταν πρότεινε αυστηρότερες απαιτήσεις επιλεξιμότητας το 2010. Η ίδια είχε υποστεί τέσσερις προηγούμενες μικροαιμορραγίες, κάτι που αύξανε την πιθανότητα εγκεφαλικής αιμορραγίας όταν θα λάμβανε το Leqembi.
Οι γιατροί της Eisai προφανώς δεν μπορούσαν να τους αναγνωρίσουν, αλλά ο Dr. Schrag, ο οποίος βοήθησε στην αυτοψία της Lane, τους βρήκε όταν εξέτασε τις προκαταρκτικές σαρώσεις εγκεφάλου της.
«Είμαι πολύ σίγουρος για την ερμηνεία μας», είπε. «Και δημοσιεύσαμε αυτές τις σαρώσεις για να μπορούν οι άνθρωποι να αμφισβητήσουν τις μετρήσεις μας, αν το ήθελαν, και κανείς δεν το έχει κάνει».
Χωρίς να γνωρίζει τους διπλούς κινδύνους που διέτρεχε, η Lane έφτασε στην Charter Research δύο ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 2020 και υπέγραψε το έντυπο συγκατάθεσής. Τους μήνες που ακολούθησαν, έλαβε μόνο το εικονικό φάρμακο. Στις 25 Ιουλίου 2022, συμφώνησε να συμμετάσχει σε μια νέα φάση της δοκιμής, στην οποία οι ασθενείς μπορούσαν να επιλέξουν να λάβουν το φάρμακο.
Στις 8 Αυγούστου, έκανε την πρώτη της έγχυση με Leqembi.

Οι προειδοποιήσεις του «μαύρου κουτιού»
Σχεδόν δύο χρόνια μετά την έγκριση του Leqembi, πολλά μεγάλα ιδρύματα υγειονομικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανομένης του Northwestern Medicine, του Beth Israel Deaconess Medical Center στη Βοστώνη και του Department of Veterans Affairs, επέλεξαν να μην δώσουν το φάρμακο σε κανέναν που διέθετε δύο αντίγραφα του γονιδίου APOE4.
Η κυκλοφορία του φαρμάκου έχει παρεμποδιστεί και από το κόστος του, 26.500 $ ετησίως, την περιορισμένη αποτελεσματικότητά του και την ανάγκη για συχνές και ακριβές σαρώσεις MRI. Περισσότεροι από το ένα τρίτο των νευρολόγων των ΗΠΑ δεν συνιστούν το Leqembi σε ασθενείς με Alzheimer, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Spherix Global Insights, μιας εταιρείας ερευνών αγοράς.
Το FDA απαιτεί από την Eisai να περιλαμβάνει ένα «μαύρο κουτί« προειδοποίησης στο φάρμακο που να προτρέπει τους γιατρούς να εξετάζουν τους πιθανούς κινδύνους του φαρμάκου. Η Eisai συμβουλεύει τώρα ότι «η εξέταση για την κατάσταση του γονιδίου APOE4 θα πρέπει να γίνεται πριν από την έναρξη της θεραπείας» και ότι οι συνταγογράφοι θα πρέπει να συζητούν τους κινδύνους του ARIA με τους ασθενείς.
Στην Ένωση Alzheimer, η επικεφαλής του επιστημονικού τμήματος, Maria C. Carrillo, πιστεύει ότι για πολλούς ασθενείς, το Leqembi αξίζει τους κινδύνους. «Νομίζω ότι φέρνει αλλαγές», είπε. «Δεν είναι θεραπεία. Το καταλαβαίνουμε. Και έχει παρενέργειες. Άρα μπορεί να μην είναι για όλους. Αλλά για εκείνους που θα μπορούσαν να επωφεληθούν, προσφέρει περισσότερο χρόνο στο πιο κρίσιμο στάδιο όπου είναι ακόμα ανεξάρτητοι, έχουν ακόμα πολλές ευκαιρίες να απολαύσουν χρόνο με την οικογένεια, βαφτίσεις, γάμους, αποφοιτήσεις (των παιδιών και εγγονιών)».
Ωστόσο, αρκετοί ειδικοί οι οποίοι μίλησαν για αυτό στο άρθρο, υποστήριξαν ότι οι κίνδυνοι υπερτερούν αυτών των οφελών.
Στη δοκιμή του Leqembi, η Eisai ανέφερε ότι 99 άτομα, ή το 39,8 τοις εκατό όσων έφεραν δύο αντίγραφα του γονιδίου APOE4, παρουσίασαν εγκεφαλική αιμορραγία, 86 άτομα, ή το 34,5 τοις εκατό όσων είχαν δύο αντίγραφα, είχαν εγκεφαλικό οίδημα και το δεκαέξι τοις εκατό των ασθενών με ένα αντίγραφο παρουσίασαν εγκεφαλική αιμορραγία.
Αν και τυπικά ήπιες και αναστρέψιμες, οι ανεπιθύμητες ενέργειες όπως πονοκέφαλοι, σπασμοί και απώλεια όρασης ήταν μερικές φορές τόσο σοβαρές που οι ασθενείς χρειάζονταν παρατεταμένη νοσηλεία και διακοπή της θεραπείας, σύμφωνα με αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών που έστειλε η Eisai στο FDA.
Μεταξύ αυτών των ασθενών ήταν ένας 70χρονος άνδρας που παρουσίασε προοδευτικούς πονοκεφάλους, ακολουθούμενους από επιληπτική κρίση και τελικά διαπιστώθηκε ότι είχε 61 μικροαιμορραγίες. Η Eisai επιβεβαίωσε ότι τα γεγονότα «σχετίζονταν με το υπό μελέτη φάρμακο». Ο ίδιος αποχώρησε από τη μελέτη. Η πρότερη κατάστασή του, αναφέρθηκε αργότερα, «δεν ανακτήθηκε».
Μετά την τρίτη δόση Leqembi, μια 81 ετών γυναίκα παρουσίασε ένα τόσο σημαντικό εγκεφαλικό οίδημα που αποσύρθηκε επίσης από τη μελέτη. Τα συμπτώματα «σχετίζονταν με τη φαρμακευτική αγωγή της μελέτης», έγραψε η Eisai. Πάνω από ένα χρόνο αργότερα, μια ενημέρωση για την κατάσταση της ανέφερε ότι «δεν είχε αναρρώσει» (οι αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών δεν περιλαμβάνουν την υπάρξη ή όχι του APOE4).
Όμως, πολλά παραμένουν άγνωστα σχετικά με τα αποτελέσματα των ατόμων που εγκατέλειψαν τη μελέτη.
Ο Dr. Madhav Thambisetty, νευρολόγος και πρώην ανώτερος ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Γήρανσης, κατηγόρησε την Eisai επειδή δεν δημοσίευσε δεδομένα δοκιμών σε επίπεδο ασθενών σχετικά με τη μακροπρόθεσμη επίδραση του ARIA στη γνωστική λειτουργία.
«Στο μυαλό μου, νομίζω ότι είναι μια κραυγαλέα παράλειψη», είπε. «Δεν ξέρουμε τι συνέβη σε εκείνους τους ασθενείς που ανέπτυξαν σοβαρά συμπτώματα λόγω ARIA», εκτός από δύο που μελετήθηκαν από Γάλλους ερευνητές κλινικών δοκιμών (ο Dr. Thambisetty βρήκε πρόσφατα δουλειά στη βιομηχανία φαρμάκων).
Ο Dr. Nicolas Villain, ο Γάλλος νευρολόγος που ασχολήθηκε με τη θεραπεία των δύο ασθενών, είπε τον Σεπτέμβριο ότι ο ένας δεν μπορούσε να μιλήσει και ήταν κλινήρης και ότι ο άλλος ήταν ανίκανος να αυτοεξυπηρετηθεί, με σοβαρή άνοια. Ο Dr. Villain είπε ότι πιστεύει πως η προειδοποίηση του «μαύρου κουτιού» του φαρμάκου ήταν πολύ αδύναμη. «Αυτά τα τρομερά γεγονότα μας έδειξαν ότι δεν ήταν αρκετό», είπε.
Ορισμένοι νευρολόγοι φοβούνται ότι οι εγκεφαλικές βλάβες θα αυξηθούν τώρα που το Leqembi είναι ευρέως διαθέσιμο εκτός δοκιμής, όπου οι γιατροί είναι λιγότερο εξοικειωμένοι με το φάρμακο και η παρακολούθηση μπορεί να μην είναι τόσο αυστηρή.
Η Susan Aaron, μια 74χρονη συνταξιούχος από το Μπρονξ, ξεκίνησε το Leqembi τον περασμένο Μάιο, σύμφωνα με τη μακροχρόνια σύντροφό της, Valerie Porter. Λίγο μετά την τρίτη της έγχυση, η Aaron, η οποία είχε δύο αντίγραφα του γονιδίου APOE4, βρέθηκε στον καναπέ της, αναίσθητη και με σάλια. Δεν ανέκτησε ποτέ τις αισθήσεις της. Μία σάρωση MRI έδειξε ότι ο εγκέφαλός της ήταν πρησμένος και ότι είχε τουλάχιστον επτά νέες μικροαιμορραγίες.
Μια νέα αναδρομική ανάλυση δεδομένων ασθενών που έλαβαν Leqembi και Aduhelm ανέφερε ότι το ποσοστό θνησιμότητας τους ήταν τρεις έως τέσσερις φορές υψηλότερο από ό,τι για τους ασθενείς με Alzheimer που δεν έπαιρναν τα φάρμακα. Ενώ σημείωσαν τους περιορισμούς της ανάλυσής λόγω ελλιπών δεδομένων, οι συγγραφείς, συμπεριλαμβανομένου του Dr. Schrag και του Dr. Alberto J. Espay του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα ευρήματα τους «όχι μόνο αξίζουν να είναι μέρος των συζητήσεων όσον αφορά την ενημερωμένη συναίνεση» αλλά ότι απαιτείται μια πιο εκτεταμένη προειδοποίηση «μαύρου κουτιού».
Λίγα είναι κατανοητά και για έναν άλλο πιθανό κίνδυνο των φαρμάκων που μειώνουν το αμυλοειδές -την επιταχυνόμενη συρρίκνωση του εγκεφάλου.
Ο Scott Ayton, καθηγητής νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, έχει μελετήσει το φαινόμενο. «Τα συγκλονιστικά αποτελέσματα που προέκυψαν από την ανάλυσή μας», είπε σε μια συνέντευξη, «είναι ότι αυτά τα φάρμακα, σε κάθε κατηγορία που εξετάσαμε, δεν διατηρούν τον όγκο του εγκεφάλου –επιταχύνουν την εμφανή συρρίκνωση». Επίσης, επέκρινε τους κατασκευαστές φαρμάκων για την αποτυχία τους να δημοσιεύσουν δεδομένα σε επίπεδο ασθενών για να κατανοηθεί καλύτερα αυτό.
Η ατροφία του εγκεφάλου έρχεται φυσικά με τη γήρανση, αλλά εμφανίζεται πιο γρήγορα σε ασθενείς με Alzheimer και ταχύτερα σε ασθενείς που λαμβάνουν φάρμακα μείωσης του αμυλοειδούς, σύμφωνα με νευρολόγους.
«Όλα αυτά τα φάρμακα κατά του αμυλοειδούς προκαλούν συρρίκνωση του εγκεφάλου που σχετίζεται με αυτά –κανείς δεν το έχει αντιμετωπίσει», είπε ο Dr. Perry, ο εκδότης του περιοδικού. «Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η συρρίκνωση του εγκεφάλου είναι καλή».
Η αναζήτηση για μια θεραπεία συνεχίζεται
Πάνω από έναν αιώνα μετά την ανακάλυψη του Alzheimer και μετά από δεκαετίες δοκιμών φαρμάκων, η απογοητευτική πραγματικότητα είναι ότι οι επιστήμονες εξακολουθούν να μην μπορούν να συμφωνήσουν για το τι προκαλεί την ασθένεια, πόσο μάλλον για το πώς να την νικήσουν.
Δεν γνωρίζουν τι ρόλο παίζει το αμυλοειδές στην ανάπτυξη του Alzheimer ή αν είναι το Alzheimer που προκαλεί την ανάπτυξη του αμυλοειδούς. Ή γιατί κάποιος μπορεί να έχει αμυλοειδές αλλά όχι Alzheimer ή Alzheimer αλλά όχι αμυλοειδές.
Αυτό που λέει ένας αυξανόμενος αριθμός επιστημόνων, ωστόσο, είναι ότι, ενώ δεν υπάρχει τίποτα κακό στη συνέχιση της μελέτης φαρμάκων που μειώνουν το αμυλοειδές, έχει έρθει η ώρα να επεκταθεί η εστίαση.
«Ενώ το βήτα αμυλοειδές μπορεί να παίζει ρόλο στη νόσο του Alzheimer, δεν είναι ο κεντρικός οδηγός της νόσου και χρειαζόμαστε μια πιο λεπτή κατανόηση αυτής της ασθένειας εάν θέλουμε να είμαστε επιτυχείς στο να κινήσουμε πραγματικά την μπάλα», είπε ο Dr. Schrag.
Οι ερευνητές έχουν αρχίσει να εξερευνούν άλλους τρόπους, συμπεριλαμβανομένων φαρμάκων για τη μείωση της φλεγμονής, τη βελτίωση της ροής του αίματος και την προστασία των νευρώνων. Επίσης, μελετούν φάρμακα που χρησιμοποιύνται για άλλους σκοπούς, τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί από τον FDA για άλλες ασθένειες.
Αν και οι γιατροί δεν μπορούν ακόμη να σταματήσουν ή να αναστρέψουν τη γνωστική έκπτωση που προκαλεί το Alzheimer, υπάρχουν φάρμακα που ανακουφίζουν προσωρινά από τα συμπτώματα. Οι τροποποιήσεις της συμπεριφοράς μπορεί επίσης να μειώσουν τις πιθανότητες εμφάνισης της νόσου, όπως ο καλύτερος ύπνος, η περισσότερη άσκηση, η μείωση της αρτηριακής πίεσης, η κατανάλωση μεσογειακής διατροφής και η αποφυγή αλκοόλ. Ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι η λήψη πολυβιταμινών μπορεί επίσης να βοηθήσει.
Ωστόσο, η αναζήτηση συνεχίζεται, αυξάνοντας την ελπίδα, γκρεμίζοντας την και στη συνέχεια ξανασηκώνοντάς την.
«Είναι ίσως η πιο τρομακτική ασθένεια που γνωρίζω, ακόμη περισσότερο από το τελικό στάδιο καρκίνου», είπε ο Dr. Caplan, ο βιοηθικός. «Είναι αποσύνθεση του εαυτού, απώλεια της αξιοπρέπειας».
Όσο κι αν οι ηθικολόγοι αγαπούν την ενημερωμένη συναίνεση, είπε, η νόσος του Alzheimer τροφοδοτεί μια απόγνωση που μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους να πουν: «Ναι, θα πάρω οποιοδήποτε σωσίβιο μπορείτε να ρίξετε στο νερό, ακόμα κι αν έχει διαρροή. Δεν με νοιάζει. Δώστε μου κάτι».
Μια αυτοψία με ευρήματα «που δεν έχω δει ποτέ στο παρελθόν»
Όταν η Eisai πέταξε ένα σωσίβιο, η Genevieve Lane άπλωσε το χέρι της για να το αρπάξει. Το ίδιο και η Jean Terrien.
Η Terrien είχε ασκήσει το επάγγελμα της δικηγόρου στην Ουάσιγκτον και υποστήριζε τον «λογικό» έλεγχο των όπλων, σύμφωνα με τη νεκρολογία της. Μετά τη γέννηση του γιου της, παράτησε τη νομική και έγινε ψυχοθεραπεύτρια. Μετά από τρεις εγχύσεις Leqembi, πέθανε από επιπλοκές μετά από εγκεφαλικό. Ήταν μόλις 65 ετών.
Οι εικόνες σαρωτή έδειξαν εκτεταμένη αιμορραγία που ο Dr. Castellani, ο γιατρός από το Νόρθγουεστ που πραγματοποίησε την αυτοψία της Terrien, περιέγραψε ως «εντελώς διαφορετικό από οτιδήποτε έχω πραγματικά συναντήσει σε όλο το φάσμα των ανθρώπινων ασθενειών».
Η Lane εμφάνισε πονοκέφαλο μετά την πρώτη της έγχυση. Συνέβη ξανά μετά τη δεύτερη, μόνο που αυτή τη φορά έμεινε στο κρεβάτι για ώρες. Ένας άλλος πονοκέφαλος ακολούθησε το τρίτο της έγχυμα, αλλά εκείνη και η φίλη της, η Holmes, πήγαν για δείπνο στο Takis Greek Italian Restaurant, το αγαπημένο τους στο Villages.
Στις 5:30 μ.μ., ενώ περίμενε το φαγητό, η Lane κατέρρευσε και δεν ανταποκρίθηκε ξανά. Πέθανε στο νοσοκομείο πέντε μέρες αργότερα.
Την ημέρα που πέθανε η Lane, ενώ βρισκόταν ακόμη σε μηχάνημα υποστήριξη της ζωής, η Charter Research κάλεσε την Holmes για να της υπενθυμίσει ότι η φίλη της είχε προγραμματιστεί για άλλη μια έγχυση. «Δεν ξέρετε ότι είναι στο νοσοκομείο;» θυμάται να λέει η Holmes. «Συζητάμε για το αν θα πρέπει να τραβήξουμε την πρίζα». Είπε, «Όχι, δεν θα επιστρέψει ποτέ—ποτέ».
Πιο Δημοφιλή
Ο Μητσοτάκης ως ιδεολογικό υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και οικογενειοκρατίας
Κάστρα, καρέκλες και σιωπή: πώς θάβεται ο αγώνας των αγροτών στο Ηράκλειο
Ηγέτη όπως ο Καποδίστριας χρειάζεται ο Ελληνισμός
12 τόνους ακατάλληλα προϊόντα ετοιμάζονταν να ρίξουν στην αγορά στις εορτές
Πιο Πρόσφατα